Δημοσίευση: Εφημερίδα "Δρόμος της Αριστεράς" Φύλλο 377, 14/10/2017
του Παύλου Δερμενάκη
Τα στοιχεία απασχόλησης-ανεργίας δείχνουν επιδείνωση, η κυβέρνηση πανηγυρίζει
Η
κυβέρνηση για να δείξει το φιλολαϊκό
της πρόσωπο δηλώνει με κάθε ευκαιρία
ότι στη θητεία της η ανεργία έχει μειωθεί
από το 25,8% τον Ιανουάριο 2015 σε 21,0% τον
Ιούλιο 2017. Επικαλείται τα γενικά μεγέθη
αποφεύγοντας τον «σκόπελο» της αναφοράς
των ποιοτικών στοιχείων απασχόλησης
που καταρρίπτουν την αισιόδοξη εικόνα
που προσπαθεί να μας προβάλει. Δυστυχώς
για το λαό, κάποιοι αριθμοί δείχνουν να
βελτιώνονται όπως το συνολικό αποτέλεσμα
όχι μόνο παραμένει προβληματικό αλλά
γίνεται ακόμα χειρότερο την περίοδο
διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Σύμφωνα
με τα τελευταία κυβερνητικά στοιχεία
(σύστημα ΕΡΓΑΝΗ) στο εννεάμηνο 2017
δημιουργήθηκαν 265.871 νέες θέσεις εργασίας.
Όμως αυτές οι θέσεις εργασίας δεν δεν
είναι όλες πλήρους απασχόλησης.
Το
σύνολο των προσλήψεων την περίοδο αυτή
ήταν 1.849.872 και από αυτές μόνο το 46,5% ήταν
θέσεις πλήρους απασχόλησης. Το υπόλοιπο
54,5% ήταν μερικής ή εκ περιτροπής
απασχόληση. Αν λάβουμε δε υπόψη και ότι
το 48,6% των αποχωρήσεων από την εργασία
δηλώθηκαν ως «οικειοθελείς» οδηγούμαστε
στο συμπέρασμα ότι η τελική εικόνα του
ποσοστού της ανεργίας είναι τελείως
πλαστή. Μια απλή σκέψη, σε περίοδο κρίσης
και μεγάλης ανεργίας, ανεξάρτητα ποιο
είναι το ποσοστό της, δεν είναι φυσιολογικό
να υπάρχουν τόσες πολλές οικειοθελείς
αποχωρήσεις, άρα κάτι άλλο συμβαίνει.
Αυτό που συμβαίνει είναι το γνωστό,
υποχρεώνονται οι εργαζόμενοι σε
αποχώρηση «οικειοθελώς» από τη δουλειά
που ήδη έχουν για να επαναπροσληφθούν
με νέα «σύμβαση» μερικής ή εκ περιτροπής
απασχόλησης, με μειωμένες αποδοχές κλπ.
Παράλληλα οι μετατροπές από πλήρη σε
μερική απασχοληση χωρίς απόλυση όλο
και αυξάνουν. Στο εννεάμηνο 2017 πανω από
38.000 χιλιάδες θέσεις εργασίας (2% στο
σύνολο των εργαζόμενων στον ιδιωτικό
τομέα) πλήρους απασχόλησης μετατράπηκαν
σε μερική είτε με μονομερή απόφαση του
εργοδότη είτε με τη συναίνεση του
εργαζόμενου.
Με
αυτές τις μεθόδους μοιράζεται μια
υπάρχουσα θέση πλήρους απασχόλησης σε
περισσότερους από έναν ανέργους με τη
μορφή της μερικής ή εκ περιτροπής
απασχόλησης και η κυβέρνηση πανηγυρίζει
για την επιτυχία της.
Μάλιστα
τα στοιχεία του Σεπτεμβρίου 2017 ήταν
ιδιαίτερα άσχημα όσον αφορά το ισοζύγιο
πλήρους και μερικής απασχόλησης. Μόλις
το 39,7% ήταν θέσεις πλήρους απασχόλησης
ενώ η μερική & εκ περιτροπής έφτασε
το 60,3%. Συνολικά στα στοιχεία εννεαμήνου
2016 και 2017 δείχνουν για το 2017 επιδείνωση
μικρή υπέρ της μερικής & εκ περιτροπής
απασχόλησης τόσο όσον αφορά τις νέες
θέσεις εργασίας όσο και τις μετατροπές
θέσεων πλήρους απασχόλησης σε μερική.
Συμπερασματικά
η κυβέρνηση ακολουθώντας πιστά τις
λογικές Σημίτη περί «απασχολησιμότητας»
δίνει έμφαση στον τυπικό αριθμό ανέργων
όπως η ίδια τον προσδιορίζει και αγνοεί
τα ποιοτικά στοιχεία του χρόνου της
απασχόλησης και της συνδεδεμένης
αμοιβής. Η τακτική αυτή της κυβέρνησης
είναι κλασσική περίπτωση «στρουθοκαμηλισμού».
Δείχνει ότι η οικονομία πάει καλά
αγνοώντας το μέγιστο πρόβλημα ότι με
αυτές τις μεθόδους δεν αυξάνεται ούτε
η απασχόληση ούτε φυσικά και τα εισοδήματα
που θα τονώσουν με τη σειρά τους τη
ζήτηση και θα συμβάλλουν στην αύξηση
του ΑΕΠ. Γι' αυτό και τα εθνικολογιστικά
μεγέθη της ιδιωτικής κατανάλωσης
συνεχίζουν να βρίσκονται σε πολύ χαμηλά
επίπεδα.
Ο
έμπρακτος αντίλογος σε αυτές τις
προσεγγίσεις της κυβέρνησης έρχεται
με αποδεικτικά στοιχεία και μετρήσεις
από ένα μέλος του «κουαρτέτου» των
δανειστών, την Ευρωπαϊκή Κεντρική
Τράπεζα (ΕΚΤ). Ο κ. Ντράγκι επικαλούμενος
στοιχεία μελέτης της ΕΚΤ προσδιόρισε
ότι το πραγματικό ποσοστό ανεργίας ήταν
στο 31,3%, τον Δεκέμβριο 2016, όταν τα
κυβερνητικά στοιχεία την προσδιόριζαν
8 μονάδες πιο κάτω στο 23,4%. Αυτό το 31,3%
προέκυψε λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων
και υπολογισμούς για: α) «τα
άτομα που είναι διαθέσιμα αλλά δεν
αναζητούν εργασία».
Εδώ θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι άτομα
άνω των 50 ετών εγκαταλλείπουν την
προσπάθεια αναζήτησης εργασίας όταν
κατά κανόνα δεν προσλαμβάνονται. Οι
εργοδότες θεωρούν ότι έχουν υψηλότερο
μισθολογικό κόστος και μικρότερη
ευελιξία συγκριτικά με τους νέους σε
ηλικία, όταν μάλιστα για τους κάτω των
25 ισχύουν ακόμα χαμηλότεροι μισθοί.
β) «υποαπασχολούμενοι
εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης που
επιθυμούν να εργαστούν περισσότερες
ώρες».
Παράλληλα
για να αξιολογήσει κάποιος το θέμα της
απασχόλησης πρέπει να λαμβάνει υπόψη
του και τις συνδεδεμένες με αυτήν
αμοιβές. Εδώ τα πράγματα αποδεικνύονται
πολύ άσχημα για τους μισθωτούς. Δυστυχώς
δεν υπάρχουν ακριβλη επίσημα στοιχεία
αμοιβών ενώ οι δείκτες που παρουσιάζονται
«απέχουν παρασάγγας» από την πραγματικότητα.
Παράλληλα οι εργασιακές σχέσεις έχουν
μετατραπεί σε συνθήκες «γαλέρας».
Ορισμένα στοιχεία που βλέπουν το φως
της δημοσιότητας είναι ενδεικτικά:
- Σήμερα ο μέσος μεικτός μισθός για πάνω από 100.000 εργαζόμενους μερικής απασχόλησης διαμορφώνεται σε 394 €
- 200.000 ενώ εργάζονται 8 ή περισσότερες ώρες ημερησίως εμφανίζονται και αμείβονται ως μερικώς απασχολούμενοι
- Εκτιμάται ότι 900.000 εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα (χονδρικά το 50%) εργάζονται κανονικά αλλά λαμβάνουν την αμοιβή τους (όταν και όσοι την λαμβάνουν τελικά) με καθυστέρηση από ένα μέχρι 15 μήνες.
- Στην ΕΕ έχει ξεκινήσει η συζήτηση και οι μετρήσεις για τους εργαζόμενους φτωχούς. Πρόκειται για απασχολούμενους με ευέλικτες μορφές εργασίας που έχουν σαν συνέπεια η αμοιβή τους να είναι κάτω από το όριο φτώχειας. Σύμφωνα με τον καθηγητή Σάββα Ρομπόλη τα τελευταία χρόνια διαμορφώνεται και στην Ελλάδα μια νέα ισχυρή τάση - κατάσταση στην απασχόληση. Νέοι οι οποίοι εργάζονται με μερική απασχόληση και αμοιβές 200-300 € που είναι κάτω από το μειωμένο (για ευνόητους λόγους) όριο φτώχειας των 4.150 €.
Συνεπώς
στην εποχή της κυβέρνησης της «αριστεράς»
η πραγματική ανεργία κρύβεται με
μετρήσεις «μαϊμού» και η εξαθλίωση των
εργαζόμενων με τους μισθούς πείνας
συνεχίζεται...