Δευτέρα 8 Απριλίου 2019

«Γη και ύδωρ» στις τράπεζες και τους δανειστές



Και με κυβερνητική βούλα η κατάργηση του νόμου Κατσέλη


του Παύλου Δερμενάκη

Ενα ακόμα επικοινωνιακό παιγνίδι με προφανείς εκλογικές σκοπιμότητες έστησε η κυβέρνηση στην παρούσα περίοδο. Αφορά την λεγόμενη προστασία της Α΄ κατοικίας. Σκοπός της, να παρουσιάσει στους «ιθαγενείς» την ρύθμιση ως ένα θετικό επίτευγμα διαπραγμάτευσης, ενώ στην πράξη με τις μεθοδεύσεις που ακολουθεί ικανοποιεί πλήρως τις απαιτήσεις των τραπεζών και των δανειστών. Η κυβερνητική μεθοδολογία στην εφαρμογή του σχεδίου είναι η γνωστή λογικής της «σαλαμοποίησης». Το έργο εκτελείται σε στάδια, όπου στο κάθε στάδιο τα βασικά κριτήρια αλλάζουν προς το χειρότερο για την προστασία της Α΄ κατοικίας. Μέχρι στιγμής μπορούμε να διακρίνουμε τέσσερα στάδια, που με μαθηματική ακρίβεια οδηγούν στην κατάργηση όχι μόνο του νόμου Κατσέλη, που αφορούσε την προστασία των ιδιωτών δανειοληπτών που δεν έχουν νομικά πτωχευτική δυνατότητα, αλλά και κάθε στοιχειώδους προστασίας για την Α΄ κατοικία.
Το πρώτο στάδιο ήταν η διαπραγμάτευση με τους τραπεζίτες. Η κυβέρνηση αποδέχθηκε τις απαιτήσεις τους και έβαλε το προσωπικό της κερασάκι στην «τούρτα», να ενταχθούν στην ρύθμιση τα επιχειρηματικά των ελεύθερων επαγγελματιών με εγγύηση την Α΄ κατοικία (για περισσότερα επ’ αυτού δείτε σχετικό άρθρο στο Δρόμο της 16/2/2019). Με αυτή τη συμφωνία καταργήθηκε ο Νόμος Κατσέλη και δημιουργήθηκε ένα καθεστώς, μακριά από την ευθύνη των δικαστηρίων, υπό τον απόλυτο έλεγχο των τραπεζών. Βασικό κριτήριο ένταξης στη ρύθμιση το σύνολο των οφειλών, μαζί με τους τόκους, να μην ξεπερνά τις 130.000 ευρώ. Αυτό το κριτήριο περιόρισε δραματικά το εύρος εφαρμογής της ρύθμισης αφήνοντας στο έλεος των τραπεζών δεκάδες χιλιάδες δανειολήπτες, συγκριτικά με το τι ίσχυε έως τον Δεκέμβρη 2018. Τα υπόλοιπα κριτήρια στην αρχική συμφωνία με τις τράπεζες ήταν «ελαστικά» καθώς άλλοι (οι θεσμοί) θα αναλάμβαναν να τα «εκλογικεύσουν». Η κυβέρνηση έστειλε το πλαίσιο της πρότασης στους θεσμούς για έγκριση και παράλληλα διέρρευσε στον τύπο επιλεκτικά στοιχεία για τους δικούς της προπαγανδιστικούς σκοπούς. Να σημειώσουμε ότι ποτέ δεν δόθηκε από κυβερνητικής πλευράς ένα επίσημο κείμενο σχετικά με την πρότασή της προς τους θεσμούς.
Το δεύτερο στάδιο είναι η διαπραγμάτευση με τους θεσμούς η οποία ξεκίνησε επίσημα από τα μέσα Φεβρουαρίου 2018 και συνεχίζεται μέχρι και τώρα. Κατά τη «διαπραγμάτευση» και υπό την απειλή της ματαίωσης της δόσης των 970 εκ. ευρώ (έχει ήδη ματαιωθεί δύο φορές Δεκέμβρης 2018 και Μάρτης 2019), οι θεσμοί εκβιάζουν προκειμένου η ρύθμιση για την προστασία της Α΄ κατοικίας να γίνει ένα «άδειο κουφάρι». Έτσι μέσα από τον «εποικοδομητικό διάλογο», του εκβιασμού από πλευράς δανειστών και την εθελόδουλη στάση της κυβέρνησης, «κουτσουρεύτηκαν» ακόμα περισσότερο τα κριτήρια προστασίας της Α΄ κατοικίας και με αυτά τα δεδομένα εισήχθη στη βουλή για συζήτηση με τη μορφή τροπολογίας σε άλλο νομοσχέδιο. Ενώ δε βρίσκεται στη βουλή και συζητείται οι «διαπραγματεύσεις» με τους θεσμούς συνεχίζονται, με αποτέλεσμα να κατατίθενται τροπολογίες που κάνουν ακόμα πιο περιοριστικό το πλαίσιο εφαρμογής της ρύθμισης. Χαρακτηριστικότερη περίπτωση η μείωση του ορίου ένταξης των επιχειρηματικών δανείων, από τις 130.000 ευρώ στις 100.000 και ο καθορισμός της εμπορικής αξίας του ακινήτου ίση με εκείνη που είναι ήδη καταγεγραμμένη στα βιβλία των τραπεζών!
Όπως δήλωσε, την Πέμπτη 28/3, αξιωματούχος της Ε.Ε. «οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται» καθώς υπάρχουν ανοικτά θέματα. Έτσι ότι δεν «προλάβει» να ενσωματώσει στην υπό ψήφιση τροπολογία θα το κάνει η κυβέρνηση σε επόμενο, τρίτο στάδιο μέσω υπουργικών αποφάσεων. Ήδη στο άρθρο 15 της τροπολογίας προβλέπονται «εξουσιοδοτικές διατάξεις για την έκδοση υπουργικών αποφάσεων που θα καθορίζουν τεχνικές ή άλλες λεπτομέρειες για την αποτελεσματικότερη εφαρμογή του προτεινόμενου πλαισίου».
Τέλος θα ακολουθήσει το τέταρτο στάδιο, στο πλαίσιο της επόμενης (3ης) μεταμνημονιακής αξιολόγησης από τους θεσμούς, που αφορά τον Πτωχευτικό Κώδικα Φυσικών Προσώπων, προκειμένου να αντιμετωπιστούν θέματα που κατά τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) απαιτούν ρύθμιση. Δηλαδή στο όνομα της «φερεγγυότητας» των τραπεζών λήψη νέων μέτρων για την προστασία τους (!) έναντι των ιδιωτών.
Έτσι με αυτή τη διαδικασία «σαλαμοποίησης»: α) τελειώνει η προστασία των ιδιωτών έναντι των τραπεζών, β) καταργείται και τυπικά ο νόμος Κατσέλη, γ) ισχυροποιείται ακόμα περισσότερο η θέση των τραπεζών έναντι των δανειοληπτών και δ) παραμένουν ελάχιστα στοιχεία προστασίας της Α΄ κατοικίας, με προϋποθέσεις και διαδικασίες που αφορούν πλέον πολύ μικρό αριθμό δανειοληπτών. Η όποια χρήση αυτών των διατάξεων δεν είναι σίγουρο ότι μακροπρόθεσμα βοηθούν τους δανειολήπτες, για να μην πούμε ότι τους φέρνουν σε ακόμα δυσμενέστερη θέση στο βαθμό που ενδεχόμενα στο μέλλον θα χειροτερεύσει η οικονομική τους κατάσταση.
Για οικονομία χώρου, ακολουθεί το Δελτίο Τύπου της Ένωσης Καταναλωτών η Ποιότητα Ζωής (ΕΚΠΟΙΖΩ), το οποίο με 20 παρατηρήσεις  αποδομεί τα κυβερνητικά μυθεύματα περί προστασίας της Α΄ κατοικίας.
Είκοσι παρατηρήσεις της ΕΚΠΟΙΖΩ για την (ν)τροπολογία της δήθεν προστασίας της κύριας κατοικίας
Η τροπολογία της κυβέρνησης σχετικά με την “προστασία” της κύριας κατοικίας δεν είναι μόνο κατώτερη των προσδοκιών, αλλά συνιστά πρόκληση και εμπαιγμό εις βάρος των δανειοληπτών.
Η ΕΚΠΟΙΖΩ εκφράζει τη βαθειά πικρία, απογοήτευση και οργή της για την κατάργηση κάθε ουσιαστικής προστασίας της κύριας κατοικίας, αλλά και την περιφρόνηση που επέδειξε η Κυβέρνηση προς το καταναλωτικό κίνημα με την άρνησή της να κληθούν για να εισακουσθούν, έστω στη κοινοβουλευτική διαδικασία – πρωτόγνωρο στην τριακονταετή πορεία της ΕΚΠΟΙΖΩ – οι φορείς που δραστηριοποιούνται για την προστασία των υπερχρεωμένων καταναλωτών.
Το θράσος δε της κυβέρνησης είναι τέτοιο, που φθάνει στο σημείο να ισχυρίζεται ότι χάρη σε αυτήν προστατεύεται η κύρια κατοικία, όταν στην πραγματικότητα η συγκεκριμένη κυβέρνηση παρέλαβε την προστασία της κύριας κατοικίας ως μόνιμο θεσμό στο νόμο Κατσέλη, τον έκανε προσωρινό και με πιο αυστηρά κριτήρια το 2015 και τον καταργεί τώρα.
Όσον αφορά την τροπολογία για τη δήθεν προστασία της κύριας κατοικίας επισημαίνουμε τα ακόλουθα:

1)   Η τροπολογία δεν αφορά θεσμό συλλογικής ρύθμισης των χρεών των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, αλλά ένα πρόγραμμα ρύθμισης περιορισμένων δανείων, το οποίο προσφέρεται  ως  συμβολικό και πενιχρό αντίτιμο για την κατάργηση του Νόμου Κατσέλη, όσον αφορά την προστασία της κύριας κατοικίας.
2)   Το πρόγραμμα έχει περιορισμένη διάρκεια, ως εκ τούτου δεν πρόκειται για θεσμό προστασίας ρύθμισης των χρεών. Αφορά ενυπόθηκα εξασφαλισμένες οφειλές που την 31.12.2018 ήταν ληξιπρόθεσμες, εμφάνιζαν δηλαδή τουλάχιστον τρεις μήνες καθυστέρηση. Επομένως, το πρόγραμμα έχει προσωρινό χαρακτήρα και δεν αφορά οφειλέτες που θα είναι σε αδυναμία στο μέλλον να αποπληρώσουν τα χρέη τους.
3)   Το πρόγραμμα δεν αφορά οφειλέτες που είναι ήδη σε αδυναμία και βρίσκονται την 31.12.2018 σε μία προσωρινή ρύθμιση (π.χ. καταβολής μόνο τόκων) και θα έχουν στο άμεσο μέλλον να αντιμετωπίσουν την επαναφορά της κανονικής δόσης.
4)   Το πρόγραμμα δεν αφορά υπερχρεωμένους οφειλέτες οι οποίοι έχουν πολλές άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές, όμως, το στεγαστικό τους δάνειο, για προφανείς λόγους, συνέχιζαν  να το αποπληρώνουν.
5)   Το πρόγραμμα δεν αφορά την προστασία της κατοικίας αν ο δανειολήπτης για οποιονδήποτε λόγο δεν διαμένει ήδη σε αυτή.
6)   Το πρόγραμμα δεν εφαρμόζεται αν ο δανειολήπτης ή άλλα μέλη της οικογένειάς του έχουν κινητή ή ακίνητη περιουσία που υπερβαίνει το ποσόν των 80.000 ευρώ.
7)   Το πρόγραμμα δεν εφαρμόζεται αν η εξασφαλισμένη οφειλή, όπως έχει διογκωθεί με τόκους υπερημερίας και τα έξοδα, υπερβαίνει το ποσόν των 130.000 ευρώ.
8)   Το πρόγραμμα δεν αφορά τις μη εξασφαλισμένες οφειλές, οι οποίες θα συνεχίζουν να διογκώνονται και να εκκρεμούν σε βάρος του δανειολήπτη.
9)   Το πρόγραμμα δεν εφαρμόζεται σε όσους υπερβαίνουν το χαμηλό εισοδηματικό οικογενειακό κριτήριο.
10) Είναι, εξάλλου, μύθευμα ότι όσοι  δεν αποκλείονται από τα παραπάνω κριτήρια αποκτούν το δικαίωμα μίας προσιτής ρύθμισης της μεμονωμένης έστω οφειλής. Οι τράπεζες έχουν το δικαίωμα να περιφρονήσουν την αίτηση που υποβάλλεται στην πλατφόρμα, να μην απαντήσουν ποτέ σε αυτή ή να προβάλλουν οποιαδήποτε άλλη πρόταση. Σε αυτή την περίπτωση, με την πάροδο μηνός,  η διαδικασία «ΤΕΡΜΑΤΙΖΕΤΑΙ».
11) Ο υπερχρεωμένος οφειλέτης έχει στην προηγούμενη περίπτωση τη δυνατότητα μόνο να προσφύγει στη Δικαιοσύνη, σε ασφυκτικές προθεσμίες, να υποβληθεί σε μία ανάλογη του Νόμου Κατσέλη δικαστική, εντέλει και μακρόχρονη, αντιδικία, για να διεκδικήσει την πενιχρή και ασήμαντη μεμονωμένη ρύθμιση.
12) Σε μία ξεδιάντροπη, θρασύδειλη, αισχρή, απειλητική και υβριστική προς τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά ρύθμιση, προβλέπεται ότι σε περίπτωση που δεν γίνει δεκτή η αίτηση του δανειολήπτη που αναγκάζεται να προσφύγει στα δικαστήρια, επειδή αρνήθηκαν οι τράπεζες να συμμετάσχουν στη διαδικασία, θα του επιβληθεί χρηματική ποινή μέχρι το 5% της οφειλής του, με ανώτερο το ποσόν των 5.000 ευρώ και ελάχιστο το ποσόν των 1.500 ευρώ!! Ούτε λόγος δε για κύρωση στην τράπεζα που θα περιφρονήσει τη διαδικασία και την περίφημη «πλατφόρμα»!
13) Οι τράπεζες έχουν κίνητρο να περιφρονήσουν τη διαδικασία και την πλατφόρμα, καθώς ο δανειολήπτης δεν θα έχει, μέχρι να δικαιωθεί στο μακρόχρονο αγώνα του για την ασήμαντη ρύθμιση προστασία από πλειστηριασμούς, παρά μόνο αν πετύχει προσωρινή δικαστική προστασία και με την προϋπόθεση ότι θα καταβάλλει για κάθε δεκτική ρύθμισης οφειλή τουλάχιστον το ήμισυ της ενήμερης δόσης. 
14) Αν, πάλι,  ένας πιστωτής υποβάλλει πρόταση, όχι όμως και άλλος πιστωτής απέναντι στον οποίο υπάρχει επιδεκτική ρύθμισης απαίτηση, ο δανειολήπτης είναι και πάλι υποχρεωμένος να προσφύγει στο Δικαστήριο καθώς διαφορετικά δεν απολαμβάνει απέναντι στους λοιπούς πιστωτές προστασία.
15) Εάν  δεν ενταχθούν με δικαστική απόφαση όλες οι δεκτικές ρύθμισης οφειλές σε ρύθμιση, ο δανειολήπτης δεν δικαιούται ούτε την απροσδιόριστη επιδότηση, ούτε η κατοικία του προστατεύεται από πλειστηριασμούς.
16)  Είναι, εξάλλου, πρακτικά αδύνατο να ρυθμιστούν περισσότερες δεκτικές ρύθμισης οφειλές, γιατί μία τέτοια δυνατότητα δεν καλύπτεται από τις πραγματικές δυνατότητες που επιτρέπουν τα κριτήρια αποκλεισμού αλλά και γιατί δεν έχουν τελικά κίνητρο ούτε οι λοιποί πιστωτές.
17) Είναι απίθανη η περίπτωση κάποιας άξιας λόγου διαγραφής οφειλής. Λόγω  της σώρευσης των προϋποθέσεων για την ένταξη στη ρύθμιση που εφαρμόζονται, το όφελος δεν θα υπερβαίνει κάποια μικρή έκπτωση και αυτή θα τη λάβει ο δανειολήπτης μόνο  αν έχει τηρήσει τη ρύθμιση για 25 έτη ή μέχρι τα ογδόντα του.
18) Αν στο μέλλον (στα προσεχή 25 έτη) περιέλθει και σε πρόσκαιρη αδυναμία δεν θα χάσει μόνο την ασήμαντη έκπτωση αλλά θα πρέπει να επιστρέψει και την όποια (απροσδιόριστη) επιδότηση.
19) Με δεδομένο ότι η ρύθμιση της μεμονωμένης οφειλής (και όχι του συνόλου των χρεών) γίνεται στο 120% της αξίας του ακινήτου, η όποια επιδότηση, σε σχέση με την προστασία της κύριας κατοικίας στο Νόμο Κατσέλη που κατάργησε η Κυβέρνηση, δεν οδηγεί σε χαμηλότερη δόση για τον ίδιο τον οφειλέτη.
20) Δεν εντάσσεται ο δανειολήπτης στο πρόγραμμα αν η αίτησή του για την ένταξη στο ν. 3869/2010 έχει απορριφθεί, μεταξύ άλλων, λόγω δόλιας αδυναμίας. Δεν πρόκειται, όμως, εν προκειμένω για τους λεγόμενους στρατηγικούς κακοπληρωτές αλλά για εκείνους που τη δεκαετία του 2000, της επιθετικής πιστωτικής επέκτασης, δεν διαχειρίστηκαν επιτυχώς την πιστοληπτική τους ικανότητα αφού με αυτό το κριτήριο χαρακτηρίστηκαν ως τέτοιοι.
Η ΕΚΠΟΙΖΩ δεν κλήθηκε να υποβάλει τις παραπάνω παρατηρήσεις της στην Επιτροπή της Βουλής. Απέρριψε την πρόσκλησή της η Κυβέρνηση. Πληροφορήθηκε, ωστόσο, ότι οι εκπρόσωποι των τραπεζών που ήταν παρόντες εξέφρασαν την ικανοποίησή τους προς την Κυβέρνηση. Υποθέτουμε και η τελευταία προς τους πρώτους, αφού οι τράπεζες τους γλύτωσαν από τον κόπο της σύνταξης της (ν)τροπολογίας!
Για πληροφορίες ΕΚΠΟΙΖΩ www.ekpizo.gr  

Δημοσίευση: Εφημερίδα "Δρόμος της Αριστεράς" Φύλλο 448, 30/03/2019


Δευτέρα 1 Απριλίου 2019

Ανησυχίες για την παγκόσμια οικονομία


Η Ευρωζώνη ο μεγάλος χαμένος της επιβράδυνσης των ρυθμών μεγέθυνσης


του Παύλου Δερμενάκη




Στο άρθρο «Οι προκλήσεις της παγκόσμιας οικονομίας το 2019» (Δρόμος φ. 437, 12/1/2019) είχαμε αναφέρει ότι από το 2019 φαίνεται να ξεκινά μια επιβράδυνση του ρυθμού μεγέθυνσης της παγκόσμιας οικονομίας, με έμφαση στην Ε.Ε. Τρεις μήνες μετά, τα πράγματα δείχνουν πολύ πιο ανησυχητικά, αν δει κανείς τα πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία και τις τελευταίες εκθέσεις με αποκορύφωμα εκείνην του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ).
Η ενδιάμεση έκθεση του ΟΟΣΑ, που δημοσιοποιήθηκε στις 6/3/2019 μεταξύ άλλων επισημαίνει:
  • Την παγκόσμια επιβράδυνση της ανάπτυξης ανάπτυξη, έστω και οριακά. Συγκεκριμένα προβλέπεται το 2019 η ανάπτυξη να φτάσει το 3,3% και το 2020 το 3,4%, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης (Νοέμβριος 2018) για 3,5% και 3,7% αντίστοιχα.
  • Σε όλες σχεδόν τις οικονομίες του G-20 (οι 19 μεγαλύτερες οικονομίες παγκόσμια συν η Ε.Ε.) οι ρυθμοί ανάπτυξης έχουν μειωθεί σε σχέση με την προηγούμενη εκτίμηση.
  • Η μεγαλύτερη αποκλιμάκωση παρατηρείται στην Ευρωζώνη, όπου ο ρυθμός ανάπτυξης προβλέπεται να είναι 1% για το 2019 και 1,2% το 2020, από 1,6% και 1,8% που ήταν προηγούμενα.
  • Οι κύριοι «δηλωμένοι ασθενείς» στην Ευρωζώνη είναι η Γερμανία και η Ιταλία. Για την Γερμανία προβλέπεται ανάπτυξη 0,7% το 2019, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης 1,6%. Το 2020 προβλέπεται μικρή βελτίωση στο 1,1%. Για την Ιταλία προβλέπεται ύφεση το 2019, -0,3% και ελαφρά άνοδος +0,5% το 2020.
  • Οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να έχουν ένα σταθερό, σημαντικό ρυθμό ανάπτυξης, 2,6% το 2019 και 2,2% το 2020.
  • Η ανάπτυξη στην Κίνα σταδιακά επιβραδύνεται. Αναμένεται να διαμορφωθεί σε 6,2% το 2019 από 6,5% το 2018 και σε 6% το 2020.

Η παγκόσμια οικονομία «κατεβάζει» ρυθμούς μεγέθυνσης επιταχυνόμενα, σε σχέση με ότι εκτιμήθηκε πριν από μερικούς μήνες. Την ίδια στιγμή υπάρχουν άλυτα μια σειρά μεγάλα προβλήματα που η επιδείνωσή τους μπορεί να οδηγήσει σε νέα παγκόσμια κρίση. Σε αυτές τις συνθήκες η Ε.Ε. και ειδικά η Ευρωζώνη βρίσκονται στη δυσκολότερη θέση και χωρίς διαθέσιμα αποτελεσματικά εργαλεία για αντιστροφή της πορείας

Τα παραπάνω στοιχεία προκαλούν έντονο προβληματισμό καθώς δεν έχουν λάβει υπόψη το «απαισιόδοξο σενάριο» που έχει να κάνει με μια σειρά από εκκρεμότητες. Ειδικότερα: α) Ενδεχόμενη αποτυχία, μερική ή ολική, στη διευθέτηση των προβλημάτων από τον «παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο» της διοίκησης Τραμπ. Ειδικά στο θέμα αυτό έχει μένει ανοιχτό το ζήτημα της ενδεχόμενης επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα, γεγονός που θα πλήξει ιδιαίτερα τη Γερμανία. β) Το Brexit θα υλοποιηθεί ομαλά, ώστε να αποφευχθούν πάσης φύσεως πρόσθετα οικονομικά προβλήματα λόγω «άτακτου Brexit», γ) Η σημαντική επιβράδυνση σε Γερμανία και Ιταλία (1η και 3η οικονομία της Ευρωζώνης) δεν θα διαχυθεί στα άλλα κράτη μέλη και η προβλεπόμενη βελτίωση στις δύο αυτές χώρες, θα επέλθει σε σύντομο χρονικό διάστημα. δ) Τα κυβερνητικά μέτρα τόνωσης της κινέζικης οικονομίας θα αποδώσουν θετικά, σε συνθήκες μεγάλων ανισορροπιών όσον αφορά το χρέος του ιδιωτικού τομέα και τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Σημειώνεται ότι η κατάσταση στην Κίνα αποτελεί ένα σημαντικό μέγεθος όσον αφορά την παγκόσμια κατανάλωση ειδών «πολυτελείας» και συνεπώς την παραγωγή στον αναπτυγμένο κόσμο. ε) Οι γνωστές παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές ανισορροπίες δεν θα οδηγηθούν σε κάποια όξυνση ώστε να υπάρξουν γενικότερα κρισιακά φαινόμενα.

Γερμανία και Ε.Ε.

Όσον αφορά τη Γερμανία και κατ’ επέκταση την Ε.Ε., τα πράγματα είναι σαφώς δύσκολα. Πρόσφατα και το οικονομικό Ινστιτούτο Ifo προέβλεψε τον ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης στο 0,6% το 2019 και με ελαφρά υψηλότερη ανάπτυξη 1,4% το 2020. Το σημαντικότερο όμως είναι η εκτίμηση πως έκλεισε ο πολυετής ανοδικός κύκλος της γερμανικής οικονομίας που στηριζόταν βασικά στον εξαγωγικό προσανατολισμό μέσω της βιομηχανικής παραγωγής. Σημειώνεται ότι για το 2019 η συμμετοχή της βιομηχανικής παραγωγής στη μεγέθυνση του ΑΕΠ αναμένεται να είναι μηδαμινή. Παράλληλα, στη Γερμανία, μετά από 5 χρόνια αποτυχημένων προσπαθειών να «συμμαζευτεί» η προβληματική κατάσταση της Deutsche Bank, ξεκίνησαν επίσημα τις προηγούμενες μέρες οι συζητήσεις για συγχώνευσή της με την Commerzbank. Το εγχείρημα είναι από μόνο του προβληματικό, λόγω του μεγέθους των δύο τραπεζών (μαζί θα αποτελούν την 3ημεγαλύτερη ευρωπαϊκή τράπεζα) αλλά και των προβλημάτων που καλούνται να επιλύσουν μέσω της συγχώνευσης. Δεν είναι καθόλου απίθανο, τελικά, να δημιουργηθούν, μακροπρόθεσμα, πολύ περισσότερα προβλήματα από αυτά που η συγχώνευση καλείται να λύσει. Σημειώνεται ότι οι δύο τράπεζες μαζί έχουν άμεσα περιουσιακά στοιχεία ύψους 1,8 τρισ. ευρώ που αντιστοιχούν στο 50% του γερμανικού ΑΕΠ. Σε αυτά δεν έχουν ληφθεί υπόψη τα παράγωγα, που αποτελούν και έναν από τους μεγαλύτερους «πονοκεφάλους» για την Deutsche Bank.
Από όλα τα παραπάνω προκύπτει σαφώς ότι το πρόβλημα εστιάζεται για μία ακόμα φορά στην Ε.Ε. και ειδικότερα την Ευρωζώνη. Δημιουργείται δε το ερώτημα, υπάρχουν «εργαλεία» (κοινώς μέσα οικονομικής πολιτικής) που να μπορούν να αντιστρέψουν την κατάσταση; Η εμπειρία της οικοδόμησης της Ευρωζώνης και οι εφαρμοσθείσες οικονομικές πολιτικές σε συνθήκες κρίσης δείχνουν όχι μόνο ότι τα εργαλεία δεν υπάρχουν, αλλά και ό,τι χρησιμοποιήθηκε μέχρι σήμερα κάθε άλλο παρά έλυσε τα προβλήματα. Απλά δόθηκαν «ανάσες» σε χώρες που αντιμετώπισαν προβλήματα χωρίς αυτά να λυθούν ουσιαστικά, για να μην πούμε ότι σε ορισμένους τομείς επιδεινώθηκαν στον μέγιστο βαθμό. Η περίπτωση της Ελλάδας είναι κραυγαλέα.
Ο ΟΟΣΑ στην έκθεσή του συνιστά: α) μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ των εταίρων, β) αξιοποίηση επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής για τα κράτη που έχουν τέτοια δυνατότητα (αλήθεια ποια είναι αυτά και πως θα το επιτρέψει η γερμανική «ορθοδοξία»;) κυρίως μέσω δημοσίων επενδύσεων, γ) προώθηση μεταρρυθμίσεων που θα στηρίξουν την παραγωγικότητα και την καινοτομία, δ) μεταρρυθμιστικά μέτρα που θα πρέπει να είναι επωφελή για τους εργαζόμενους και να βελτιώνουν τους μισθούς και ε) αξιοποίηση της νομισματικής πολιτικής.
Μεταξύ των παραπάνω προτεινόμενων μέτρων, προξενούν εντύπωση, σε σχέση με τις μέχρι σήμερα υποδείξεις του ΟΟΣΑ, εκείνα που αφορούν την αύξηση των δημοσίων δαπανών και την ενίσχυση του εισοδήματος των εργαζόμενων. Το γεγονός ότι καταφεύγουν σε τέτοιες επισημάνσεις δείχνει πλέον το αδιέξοδο στο οποίο έχει οδηγηθεί η ευρωπαϊκή οικονομία με τις μέχρι σήμερα πολιτικές και κυρίως με το δόγμα της γερμανικής «ορθοδοξίας». Ήδη πάντως, λόγω της κρισιμότητας της κατάστασης, η πρώτη απάντηση δόθηκε εκεί που θεσμικά ήταν εύκολο. Η ΕΚΤ, όπως ανακοίνωσε στις 7/3/2019 ο κ. Ντράγκι: α) επαναφέρει σε μια πιο ήπια μορφή την ποσοτική χαλάρωση και β) αποφασίζει τη διατήρηση των επιτοκίων χαμηλά, ως έχουν σήμερα, μέχρι το τέλος του 2019, και όχι μέχρι το τέλος Ιουνίου όπως είχε ανακοινώσει τον περασμένο Ιανουάριο. Σημειώνουμε όμως ότι, όπως φάνηκε από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης 2015-2018 και τα 2,6 τρισ. ευρώ που διατέθηκαν στην αγορά σε μια περίοδο παγκόσμιας ανάπτυξης, τα αποτελέσματα στην πραγματική οικονομία της Ευρωζώνης με την αύξηση της παραγωγής ήταν πολύ περιορισμένα. Οπότε, σήμερα, κάτω από πιο δύσκολες συνθήκες, τα μέτρα κάθε άλλο παρά θα λύσουν το πρόβλημα. Απλά με την εφαρμογή τους δεν θα υπάρξει ένας ακόμα παράγοντας επιδείνωσης του κλίματος, όπως αναμενόταν με τον τερματισμό του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης στο τέλος του 2018 και την έναρξη αύξησης των επιτοκίων το β’ εξάμηνο 2019.

Δημοσίευση: Εφημερίδα "Δρόμος της Αριστεράς" Φύλλο 447, 22/03/2019