Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2018

Η «σωτηρία» των τραπεζών συνεχίζεται – Β’ Μέρος



Νέα κερδοσκοπία εις βάρος της κοινωνίας φέρνουν οι λύσεις που συζητιούνται για την διάσωση του τραπεζικού συστήματος


του Παύλου Δερμενάκη


Στο προηγούμενο άρθρο είδαμε ότι το σύστημα κυβέρνηση, ΤΧΣ, Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), Τρόικα κινούνται σε εξεύρεση λύσης για τα κόκκινα δάνεια που θα απαλλάσσει τους μετόχους των τραπεζών από νέες αυξήσεις κεφαλαίου και θα μεταφέρει τα οικονομικά βάρη στο λαό. Στο πλαίσιο αυτό εξετάσαμε την τεχνική «λύση» της ΤτΕ. Σήμερα θα δούμε και τις λοιπές αντίστοιχες «λύσεις».

Η «λύση» ΤΧΣ-κυβέρνησης-J.P. Morgan

Η πρόταση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) σε συνεργασία με την κυβέρνηση που ετοιμάστηκε με τη βοήθεια της J.P. Morgan έχει τέσσερα βασικά σημεία:
α) Τη δημιουργία από τις τράπεζες εταιρειών ειδικού σκοπού στις οποίες θα μεταφέρουν μέρος των κόκκινων δανείων τους, στην τρέχουσα εμπορική τους αξία μαζί με τις συνοδευτικές εγγυήσεις.
β) Οι εταιρείες θα φροντίσουν μέσω διαδικασιών και διαμεσολαβούντων ιδιωτών να πουλήσουν τα δάνεια στις αγορές (funds).
γ) Έναντι αυτών των κόκκινων δανείων θα εκδοθούν από την κάθε εταιρεία τίτλοι οι οποίοι θα πουληθούν στην αγορά (τιτλοποίηση δανείων).
δ) Οι τίτλοι θα εκδοθούν με την εγγύηση του δημοσίου, δηλαδή το δημόσιο θα καλύψει την ζημιά μεταξύ της αρχικής αποτίμησης των δανείων για την έκδοση των τίτλων και της τελικής τιμής πώλησης.
Στο σχήμα αυτό προβλέπεται να ενταχθούν κατ’ ελάχιστον 15-20 δισ. ευρώ κόκκινων δανείων στα οποία αναμένεται να σημειωθούν ζημιές ύψους 5-6 δισ. ευρώ τουλάχιστον, που θα καλυφθούν από το δημόσιο και μάλιστα από το ειδικό απόθεμα που έχει σχηματιστεί για την κάλυψη των δόσεων του δημόσιου χρέους. Προβλήματα φαίνεται να δημιουργούνται από την χρήση μέρους του δημοσιονομικού αποθέματος ως εγγύηση για την τιτλοποίηση καθώς και από το γεγονός ότι υπάρχουν ερωτηματικά σχετικά με τη συμβατότητα των εργαλείων που προτείνονται με τους κανόνες ανταγωνισμού (άμεση κρατική χρηματοδότηση) της Ε.Ε. Η ΕΚΤ φαίνεται να συμφωνεί με αυτό το πλαίσιο που ήδη έχει χρησιμοποιηθεί στην Ιταλία.
Και σε αυτή την «λύση» απαλλάσσονται οι μέτοχοι από τις ζημιές και αυτές μεταφέρονται σε εμάς μέσω της εγγύησης του δημοσίου στους τίτλους που θα εκδοθούν. Μάλιστα εδώ, συγκριτικά με το σχέδιο της ΤτΕ, η οικονομική συμμετοχή του δημοσίου είναι αναλογικά μεγαλύτερη. Και ενώ μας βάζουν να πληρώσουμε για μία ακόμα φορά τη ζημιά δεν εισάγουν κανένα κοινωνικό κριτήριο στη διαχείριση των κόκκινων δανείων που θα ενταχθούν στο σχήμα και συνεπώς οι κατασχέσεις και οι πλειστηριασμοί θα συνεχίζουν να είναι στην ημερήσια διάταξη.

Η «λύση» συγχώνευσης Eurobank-Grivalia

H Eurobank, για να απαλλάξει τον μεγαλομέτοχο Watson από τη συμμετοχή του σε αύξηση κεφαλαίου, προχώρησε σε συγχώνευση με τη θυγατρική της Grivalia, εταιρεία διαχείρισης ακίνητης περιουσίας.
Τα βήματα της διαδικασίας είναι τα ακόλουθα: α) Συγχώνευση των δύο εταιρειών, β) σπάσιμο της Eurobank σε «καλή» και «κακή» τράπεζα, γ) η καλή θα γίνει η «Νέα Eurobank» που θα έχει τις τραπεζικές εργασίες και το υγιές χαρτοφυλάκιο δανείων, δ) η σημερινή Eurobank, εισηγμένη στο χρηματιστήριο, θα παραμείνει ως «κέλυφος» που θα έχει τη Νέα Eurobank, τα τρέχοντα κόκκινα δάνεια και τα ήδη τιτλοποιημένα, ε) πώληση της θυγατρικής της FPS που διαχειρίζεται κόκκινα δάνεια και είναι η μεγαλύτερη εταιρεία του είδους στην Ελλάδα, με υπό διαχείριση δάνεια 29 δισ. ευρώ και στ) δημιουργία Νέας Grivalia που θα αναλάβει τη διαχείριση όλης της ακίνητης περιουσίας της Eurobank μετά τη συγχώνευση.
Η συγχώνευση αυξάνει τα κεφάλαια της Eurobank κατά 900 εκ. ευρώ, ενώ τα άλλα 300 εκ. που απαιτούνται για της κεφαλαιακή της επάρκεια θα προέλθουν από το fund που θα εξαγοράσει την FPS. Έτσι η Eurobank γίνεται η ισχυρότερη κεφαλαιακά τράπεζα καθώς θα μπορέσει να «ξεφορτωθεί» κόκκινα δάνεια 7 δισ. ευρώ, που θα μείνουν στην «κακή» Eurobank και άλλα 2 δισ. που είναι σε διαδικασία τιτλοποίησης. Έτσι τα υπόλοιπα, λιγότερο καθυστερημένα, δάνεια 6 δισ. ευρώ που θα παραμείνουν στη νέα τράπεζα ώστε θα επιτευχθεί ο στόχος που θέλει η ΕΚΤ για το 2021.
Από πρώτης ματιάς φαίνεται «καλό το deal». Όμως μια προσεκτική ανάλυση δείχνει πως για μία ακόμα φορά ο ισχυρός «επενδυτής» που α) δεν θέλει να βάλει νέα χρήματα, β) θέλει όμως να «αυγατίσει» την συμμετοχή του στην επιχείρηση και γ) θέλει να προχωρήσει σε νέες κερδοσκοπικές δραστηριότητες, μπορεί να το κάνει όταν η κυβέρνηση και το ΤΧΣ του «κάνουν πλάτες» ή στην καλύτερη περίπτωση είναι απλώς θεατές.
Με το σύνολο των κινήσεων που αναφέραμε η Eurobank δεν θα χρειαστεί αύξηση κεφαλαίου. Με τη συγχώνευση με την Grivalia το ποσοστό του ΤΧΣ στη Eurobank θα μειωθεί περαιτέρω, από το 2,38% στο 1,40%. Παράλληλα έχουμε εκτίναξη του ποσοστού της Fairfax (ο μεγαλομέτοχος της Eurobank και της Grivalia) στο 32,93% από 18,23%. Μάλιστα για να μην μειωθεί το ποσοστό της Fairfax δεν θα χρησιμοποιηθεί ούτε ο αναβαλλόμενος φόρος που θα έδινε στο Δημόσιο αντίστοιχες μετοχές. Με τη δημιουργία της Νέας Grivalia και τη διαχείριση όλων των ακινήτων της Eurobank καθώς και με την πώληση της FPS σε τρίτο fund ανοίγουν νέοι κύκλοι «επιχειρηματικών» δραστηριοτήτων κυρίως σε βάρος των δανειοληπτών που έχουν βάλει τα ακίνητά τους ως εγγύηση.

Η διαχείριση των κόκκινων δανείων και της κεφαλαιακής ανεπάρκειας των τραπεζών από το 2010 μέχρι σήμερα έχουν στοιχίσει, 55 δισ. ευρώ σε κεφάλαια τραπεζών, 20 δισ. σε αναβαλλόμενο φόρο, και τουλάχιστον 100 δισ. σε συρρίκνωση της παραγωγής και σφετερισμού λαϊκής περιουσίας. Τώρα σχεδιάζεται να χαριστούν άλλα 10 δις

Επεξεργασία «λύσεων» από Ε.Ε.-Κομισιόν

Η Κομισιόν επεξεργάζεται μέτρα ώστε να διευκολύνει τις τράπεζες αποκλειστικά στα θέματα της διαχείρισης των κόκκινων δανείων. Στο πλαίσιο αυτό προετοιμάζονται α) η δημιουργία πανευρωπαϊκής πλατφόρμας συναλλαγών (πωλήσεις) κόκκινων δανείων, β) η δυνατότητα οι τράπεζες να παίρνουν εξωδικαστικά τα ενέχυρα των δανείων που δεν εξυπηρετούνται γ) «βελτιωμένες» διατάξεις για τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών όταν πωλούν κόκκινα δάνεια με ζημιά, δ) η δημιουργία εθνικών εταιρειών διαχείρισης ενεργητικού στις οποίες θα μεταφέρονται κόκκινα δάνεια.
Συνεπώς: α) διευκολύνονται οι τράπεζες όσον αφορά την κεφαλαιακή τους επάρκεια, ακόμα και αν είναι πλαστή, β) ανοίγουν νέοι δρόμοι κερδοσκοπίας στα funds μέσω της πλατφόρμας και γ) τιμωρούνται με «θανατική» καταδίκη οι οφειλέτες, αφού πλέον οι κατασχέσεις των εγγυήσεων (δανειοληπτών και εγγυητών) θα γίνεται άμεσα.

Η «λύση» συγχώνευσης Alpha-Πειραιώς

Ο κ. Πόλσον, μεγαλομέτοχος των Alpha και Πειραιώς, επειδή ούτε αυτός θέλει «να βάλει το χέρι στην τσέπη» για αυξήσεις κεφαλαίων επιδιώκει την συγχώνευση των τραπεζών στις οποίες συμμετέχει βάζοντας όρο τις κεφαλαιακές ανάγκες να τις καλύψει το δημόσιο άμεσα ή έμμεσα.
Η πρόταση αυτή απορρίφθηκε αμέσως από το ΤΧΣ-κυβέρνηση αλλά και από την ΕΚΤ. Δείχνει όμως το πόσο αδίστακτο μπορεί να είναι ένα fund στην προσπάθεια να υπερασπιστεί τα κεφάλαιά του και την αναμενόμενη κερδοφορία του.

Συμπεράσματα

Το πρόβλημα των κόκκινων δανείων και της κεφαλαιακής ανεπάρκειας των τραπεζών είναι προφανή δια γυμνού οφθαλμού. Τα προβλήματα επιδέχονται δύο σενάρια να αντιμετωπιστούν:
Το πρώτο και ουσιαστικό, που αποτελεί πραγματική λύση, είναι μέσα από ένα ολοκληρωμένο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης και σεισάχθειας. Αυτά σημαίνουν άλλη πορεία για τη χώρα.
Το δεύτερο, που στην ουσία δεν αποτελεί λύση, είναι η κερδοσκοπία σε βάρος του λαού που, από το 2010 μέχρι σήμερα, έχει στοιχίσει 55 δισ. ευρώ σε κεφάλαια τραπεζών, 20 δισ. σε αναβαλλόμενο φόρο, και τουλάχιστον 100 δισ. σε συρρίκνωση της παραγωγής και σφετερισμού λαϊκής περιουσίας.
Η κυβέρνηση της «αριστεράς» ενώ εκλέχθηκε για να εφαρμόσει το πρώτο εφαρμόζει το δεύτερο. Ας τα θυμόμαστε αυτά κάθε φορά που μιλάνε υποκριτικά για κοινωνικά μερίσματα και ευαισθησίες. Το κοινωνικό μέρισμα που θα μοιράσουν είναι μόλις 800 εκ. ευρώ και το επικείμενο δώρο στις τράπεζες θα ξεπεράσει τα 10 δισ. ευρώ. Αυτό είναι το μέτρο της «ευαισθησίας» τους.

Δημοσίευση: Εφημερίδα "Δρόμος της Αριστεράς" Φύλλο 433, 8/12/2018


Πηγή:
 

Η «σωτηρία» των τραπεζών συνεχίζεται - Β' Μέρος | Δρόμος της Αριστεράς

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2018

Η «σωτηρία» των τραπεζών συνεχίζεται - Α΄ Μέρος



Προετοιμάζουν νέο γύρο λεηλασίας του δημόσιου χρήματος και του λαού


του Παύλου Δερμενάκη


Ηαπόλυτη καταιγίδα που έχει ξεσπάσει στις τέσσερις συστημικές τράπεζες μετά τους πανηγυρισμούς, ότι πέρασαν επιτυχώς τα stress test τον παρελθόντα Απρίλιο, δεν λέει να κοπάσει. Ενδεικτικά της κατάστασής τους είναι τα γεγονότα ότι: α) ο τραπεζικός δείκτης έχει υποχωρήσει (την 28/11/2018) κατά 60% από την ανακοίνωση της «επιτυχίας» στα strees test (30/4/2018), β) οι δύο μεγαλύτερες σε μέγεθος τράπεζες, Εθνική και Πειραιώς, βρίσκονται στο χαμηλότερο ιστορικά επίπεδο τιμών των μετοχών τους και γ) η συνολική τους κεφαλαιοποίηση, για τις τέσσερις, έχει πέσει στα μόλις 4 δισ. ευρώ μετά από τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις της τάξης των 65 δισ.

Αιτίες τρέχουσας τραπεζικής κρίσης

Η βασική αιτία αυτής της κατάστασης συνδέεται με το ύψος των «κόκκινων δανείων» και την παντελή αδυναμία των τραπεζών, με την εφαρμογή μνημονιακών εργαλείων και υπό ιδιωτικές «τεχνοκρατικές» διοικήσεις, να αντιμετωπίσουν έστω και στο ελάχιστο την κατάσταση. Το Δημόσιο, δηλαδή εμείς, έχει βάλει περίπου 55 δισ μέχρι τώρα, με τις τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις, ελέγχει μόλις το 16,5% υπό το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) που το διοικεί-ελέγχει η τρόικα. Στα 55 δισ. οφείλουμε να προσθέσουμε και την φορολογική επιδότηση των 20 δισ. ευρώ από τον αναβαλλόμενο φόρο (απαλλαγή από φόρους 20 δισ για περίοδο 20 ετών που εμφανίζονται ήδη ως «επιδότηση» του Δημοσίου στα ίδια κεφάλαια των τραπεζών).
Οι ιδιώτες μέτοχοι που έχουν βάλει συνολικά μόλις 10 δισ. ευρώ ελέγχουν το 83,5% (!), δηλώνουν ότι δεν πρόκειται να βάλουν άλλα και απαγορεύουν στην πράξη κάθε σκέψη για αύξηση κεφαλαίου. Αυτοί ως γνωστόν συμμετείχαν στην 3η ανακεφαλαιοποίηση-λεηλασία για να αξιοποιήσουν τις «κρυμμένες υπεραξίες» στις εγγυήσεις των δανείων που διαφήμιζε η κυβέρνηση Τσίπρα στο εξωτερικό. Δεν ήρθαν να επενδύσουν στο χρεοκοπημένο τραπεζικό τομέα της Ελλάδας των διαρκών μνημονίων. Συνεπώς περιμένουν να κερδοσκοπήσουν από την πώληση σε εξευτελιστικές τιμές των δανείων, όπως γίνεται μέχρι σήμερα. Οι εταιρείες τους εμπλέκονται στις συγκεκριμένες αγορές και διαμεσολαβήσεις αναμένοντας μεγάλα κέρδη.

Μεθοδεύσεις για να πληρώσει ο λαός

Με τα δεδομένα ότι: α) οι λογαριασμοί για την μείωση των κόκκινων δανείων δεν βγαίνουν χωρίς νέες γενναίες αυξήσεις κεφαλαίου, β) οι μέτοχοι δηλώνουν απερίφραστα ότι δεν θα συμμετάσχουν, γ) ο χρόνος πιέζει για λύσεις, και δ) η λύση της εφαρμογής μαζικά της οδηγίας «bail in» –δηλαδή η κεφαλαιακή στήριξη των τραπεζών να γίνει κατά σειρά από τους μετόχους, τους ομολογιούχους και τους καταθέτες–, θα είχε «εκρηκτικές» συνέπειες για το σάπιο πολιτικό σύστημα και οδηγεί τρόικα, Τράπεζα Ελλάδος, τράπεζες και κυβέρνηση να βρουν «λύσεις» του τύπου «και η πίτα ολάκερη και ο σκύλος χορτάτος». Δηλαδή πως τα κόκκινα δάνεια θα ξεπουληθούν, θα τα πάρουν οι ενδιαφερόμενοι «μέτοχοι» και η «τρύπα» που θα δημιουργηθεί στους ισολογισμούς των τραπεζών θα καλυφθεί με χρήματα του λαού μέσω ειδικών διαδικασιών ανάλογα με την τελική «τεχνική» λύση.
Η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδας για την «εξυγίανση» των τραπεζών σκοπό έχει να εξυπηρετήσει τους τραπεζίτες και τους κερδοσκόπους των αγορών και μεταφέρει για μία ακόμα φορά τα οικονομικά βάρη, αγνώστου συνολικά μεγέθους, στο λαό.
Σε αυτό το πλαίσιο δουλεύουν πλέον πυρετωδώς όλα τα εμπλεκόμενα επιτελεία και κατατίθενται προτάσεις καθημερινά σχεδόν. Ενδεικτικά θα παρουσιάσουμε κάποιες από αυτές, ανεξάρτητα του τι λένε κάθε φορά και πως τις παρουσιάζουν ή αποδέχονται όλοι οι εμπλεκόμενοι καθώς η κάθε πρόταση σε διαφορετικό βαθμό κάποιους «βοηθά» και κάποιους «ρίχνει». Και εκεί αρχίζουν τα «σπρωξίματα».

Η πρόταση της Τράπεζας Ελλάδος

Μετά από συνεννοήσεις Τράπεζας Ελλάδος και τραπεζών η πρώτη παρουσίασε την δική της πρόταση που συνοπτικά έχει ως εξής:
Μεταφορά σε «bad bank» (όχημα ειδικού σκοπού-SPV) κόκκινων δανείων, ενδεικτικά ύψους 40 δισ. ευρώ μαζί με τις εξασφαλίσεις τους. Για την εγγύησή τους θα μεταφέρουν και τον αναλογούντα αναβαλλόμενο φόρο που καλύπτει τις τρέχουσες προβλέψεις του συγκεκριμένου χαρτοφυλακίου και υπολογίζονται σε 7,5 δισ. ευρώ. Το SPV, με το κάλυμμα του αναβαλλόμενου φόρου θα εκδώσει ομόλογα 3 κατηγοριών. Οι δύο πρώτες θα διατεθούν στην αγορά και η τελευταία (Junior) θα διατεθεί στο Δημόσιο και τις συμμετέχουσες τράπεζες. Κοινώς ένας ακόμα λιθαράκι στην πυραμίδα της κερδοσκοπίας των δανείων. Στις τράπεζες θα μεταφέρει ομόλογα και μετρητά ίσα με την αξία των δανείων που διαβιβάστηκαν. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι από τους ισολογισμούς των τραπεζών θα φύγουν 47,5 δισ. ευρώ από «κόκκινα δάνεια» και αναβαλλόμενο φόρο και στη θέση τους οι τράπεζες θα βάλουν τα ποσά που θα λάβουν από το SPV είτε με τη μορφή ομολόγων είτε με τη μορφή μετρητών από τη διαχείριση των NPEs.
Το SPV θα αναλάβει την διαχείριση των δανείων μέσω ιδιωτικής εταιρείας διαχείρισης, τα γνωστά Funds που ήδη έχουν λάβει άδειες από την Τράπεζα της Ελλάδος. Παράλληλα στο όλο κύκλωμα θα εμπλακούν, με υψηλές αμοιβές όπως πάντοτε, μια σειρά από διαμεσολαβούντες. Εάν οι ανακτήσεις από τη διαχείριση θα είναι μικρότερες από την αρχική αξία μεταβίβασης των δανείων η ζημιά θα καλύπτεται κατ’ αρχήν από την αναβαλλόμενο φόρο, που θα καταβάλλει το δημόσιο σε μετρητά τότε, και εάν συνεχίζει να υπάρχει ζημιά αυτή θα μεταφέρεται στα Junior ομόλογα που θα κατέχουν το Δημόσιο και οι τράπεζες. Έτσι θα εξασφαλίζονται οι επενδυτές που θα αγοράσουν τις δύο πρώτες κατηγορίες ομολόγων.
Με την πρόταση της Τράπεζας Ελλάδος, σύμφωνα με το παράδειγμα, οι τράπεζες απαλλάσσονται από μεγάλο όγκο μη εξυπηρετούμενων αλλά μειώνουν την καθαρή τους θέση τους κατά 7,5 δισ. ευρώ λόγω της μεταβίβασης του αναβαλλόμενου φόρου. Μπορεί μεν να βελτιώνεται η κατάσταση των κόκκινων δανείων αλλά η έλλειψη του αναβαλλόμενου φόρου θα τις υποχρεώσει σε νέα κεφαλαιακή ενίσχυση, όχι απαραίτητα με αύξηση κεφαλαίου.

Ο αντιλαϊκός χαρακτήρας της πρότασης

«Κλειδί» στο συγκεκριμένο σχέδιο αποτελεί η τιμή στην οποία οι τράπεζες θα διαβιβάσουν τα δάνεια. Όσο πιο χαμηλά είναι η τιμή τόσο θα μεγαλώνει η μεταβίβαση του αναβαλλόμενου φόρου και συνεπώς θα αυξάνουν οι κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών.
Η όλη διαδικασία είναι αρκετή περίπλοκη και χρονοβόρα και θα απαιτήσει, για να ολοκληρωθεί η φάση μέχρι το σημείο της έναρξης διαχείρισης των κόκκινων δανείων, διάστημα ενός περίπου έτους. Οπότε η όποια κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών θα γίνει, για αυτό το θέμα, περί το τέλος 2019.
Οι τραπεζίτες που βολεύονται απόλυτα από μια τέτοια διαδικασία έχουν εκφράσει κατ’ αρχήν σύμφωνη γνώμη αλλά χωρίς να δεσμεύονται αναζητώντας ακόμα καλύτερες λύσεις που θα αποτρέπουν κεφαλαιακές ενισχύσεις. Η περίπτωση λύσης Eurobank-Grivalia είναι ενδεικτική. Σε κάθε περίπτωση έχουν ζητήσει όχι ένα SPV για όλες αλλά ένα για κάθε μία.
Οι οίκοι του εξωτερικού βλέπουν γενικά ευνοϊκά τέτοιας μορφής λύσεις, καθώς αναμένεται να συμμετάσχουν στο πάρτι προμηθειών και διαμεσολαβήσεων που θα στηθεί. Παράλληλα όμως κάποιοι από αυτούς διατηρούν επιφυλάξεις και ερωτηματικά για τη συγκεκριμένη πρόταση της Τράπεζας Ελλάδος όχι για την ουσία της αλλά τεχνικές επιμέρους λεπτομέρειες.
Αποτιμώντας την πολιτική σημασία της πρότασης σημειώνουμε ότι
  • Λύνει το πρόβλημα των μεγαλομετόχων των τραπεζών που δεν θέλουν «να βάλουν το χέρι στην τσέπη»
  • Το Δημόσιο, δηλαδή εμείς, θα πληρώσει με μετρητά το ύψος του αναβαλλόμενου φόρου.
  • Επιπλέον το Δημόσιο θα επιβαρυνθεί με ότι πρόσθετες ζημιές δημιουργηθούν εάν δεν επαρκεί ο αναβαλλόμενος φόρος. Η επιβάρυνση αυτή, αγνώστου ύψους θα προέλθει από τα Junior ομόλογα που θα έχει αγοράσει για να στηρίξει το εγχείρημα του SPV
  • Η διαχείριση των κόκκινων δανείων θα γίνει από ιδιώτες, τα γνωστά Fund με κριτήριο το μέγεθος του κέρδους και όχι από το δημόσιο, με κριτήριο τις κοινωνικές-λαϊκές ανάγκες, που για μια ακόμα φορά θα πληρώσει τις ζημιές.
  • Οι δανειολήπτες, ιδιαίτερα οι ιδιώτες, χωρίς καμία προστασία, θα συνεχίζουν να αποτελούν το αντικείμενο στυγνών εκβιασμών από τους «διαχειριστές» των κόκκινων δανείων. Να σημειώσουμε ότι μόνο για το 2019 είναι προγραμματισμένοι 36.000 ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί για λογαριασμό των τραπεζών και φυσικά οι περισσότεροι αφορούν πρώτη κατοικία και μάλιστα λαϊκών στρωμάτων.
Πρόκειται δηλαδή για μια πρόταση που σκοπό έχει να εξυπηρετήσει τους τραπεζίτες και τους κερδοσκόπους των αγορών, που έχουν συσσωρευτεί στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και την λυμαίνονται, και μεταφέρει για μία ακόμα φορά τα οικονομικά βάρη, αγνώστου συνολικά μεγέθους, στο λαό.

Η «κυβέρνηση της αριστεράς» παρακολουθεί τις εξελίξεις και ετοιμάζει το δικό της αντίστοιχης «έμπνευσης» σχέδιο αντί να υλοποιήσει ένα ακριβώς αντίθετο, με σεισάχθεια, κοινωνικά κριτήρια και ανάταξη της οικονομίας σε φιλολαϊκή-αναπτυξιακή κατεύθυνση.

Δημοσίευση: Εφημερίδα "Δρόμος της Αριστεράς" Φύλλο 432, 1/12/2018


Πηγή:
 

Η «σωτηρία» των τραπεζών συνεχίζεται | Δρόμος της Αριστεράς

Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2018

Τα τραπεζικά αδιέξοδα συνεχίζονται και επιδεινώνονται



του Παύλου Δερμενάκη


Ενα νέο χαστούκι προς τις ελληνικές τράπεζες και τις προοπτικές για το μέλλον τους ήταν η προχθεσινή (13/11/208) απόφαση της Morgan Stanley (MS) να αφαιρέσει από το χρηματιστηριακό δείκτη MSCI Greece τις τρεις από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες. Εθνική, Eurobank και Πειραιώς θα τεθούν εκτός δείκτη μετά τις 30/11/2018. Οι λόγοι εστιάζονται στη χαμηλή κεφαλαιοποίηση, συγκριτικά με το παρελθόν, για Εθνική και Πειραιώς, καθώς η χρηματιστηριακή αξία (κεφαλαιοποίηση) της Πειραιώς έχει πέσει κάτω από τα 500 εκατ. ευρώ και της Εθνικής βρίσκεται στα 1,1 δισ. με συνεχή τάση μείωσης. Ουσιαστικά λοιπόν και οι δύο θεωρούνται ότι δεν ικανοποιούν ένα από τα κριτήρια ένταξης στο δείκτη που είναι το 1 δισ. ευρώ. Για την Eurobank η αιτία της απομάκρυνσης της από τον MSCI Greece αφορά τη μείωση πλέον του ειδικού βάρους των τραπεζών στο συγκεκριμένο δείκτη. Σημειώνουμε ότι στο πλαίσιο της συνεχούς απαξίωσης από τον περασμένο Απρίλιο, όπως έχουμε αναφέρει σε προηγούμενα άρθρα, ο τραπεζικός δείκτης έχει υποχωρήσει (έως και την 14/11/2018) κατά 56%. Συνολική κεφαλαιοποίηση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών έχει πέσει στα 4,7 δισ. ευρώ ενώ μόνο η 3η ανακεφαλαιοποίηση ήταν σε αξία 14,4 δισ.!
Η απόφαση για την έξοδο των τριών μετοχών από τον δείκτη δεν ήλθε ως «κεραυνός εν αιθρία». Το ανέφικτο, υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες, να μειώσουν τα προβληματικά δάνεια σύμφωνα με τους στόχους που έχουν τεθεί από την εποπτική αρχή (SSM) σε συνδυασμό με την αδυναμία να βρεθούν σε λογικές τιμές κεφάλαια για την ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας, έχουν οδηγήσει στη συνεχή απαξίωση των τιμών τους, ιδιαίτερα κατά το τελευταίο τρίμηνο. Η πρόσφατη έκθεση της Societe Generale έκανε ρητή αναφορά στην απομάκρυνση των τριών μετοχών από τον δείκτη. Κάποιοι είχαν ελπίδες ότι αυτό δεν θα γινόταν για την Εθνική και την Eurobank. Ήρθε όμως η επίσημη ανακοίνωση της MS και επιβεβαίωσε το χειρότερο σενάρια.
Η απόφαση αυτή της MS θα έχει περεταίρω αρνητικές συνέπειες για την ελληνική οικονομία. Κατ’ αρχήν εκτιμάται ότι οι χρηματιστηριακές εκροές, λόγω του ότι πολλοί διαχειριστές επενδύσεων διαμορφώνουν τα χαρτοφυλάκιά τους λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τη σύνθεση των δεικτών, θα είναι της τάξης των 120 εκατ. ευρώ. Το γεγονός ότι οι μετοχές αυτές θα συμπεριληφθούν σε άλλο, σημαντικά μικρότερης σημασίας, δείκτη δεν θα αντισταθμίσει το μέγεθος της ζημιάς, όσο και αν κάποιοι θέλουν να εκτιμούν ότι συνολικά η κατάσταση θα είναι ουδέτερη. Παράλληλα η μη ενασχόληση των μεγάλων επενδυτικών εταιρειών με τις τρεις τράπεζες θα επηρεάσει αρνητικά την προσπάθεια τους να αντλήσουν τα αναγκαία κεφάλαια, όταν θα έρθει η στιγμή και θα το απαιτήσει στο προσεχές μέλλον, με βάση τα stress test Απριλίου 2018, η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή Τραπεζών. Τα απογοητευτικά επιτόκια που προτάθηκαν πρόσφατα στην Πειραιώς, της τάξης του 12%, για να εκδώσει ομολογιακό δάνειο είναι ενδεικτικά του κλίματος που θα διαμορφωθεί μετά και την παρούσα επιδείνωση της θέσης τους.
Με αυτά τα δεδομένα και καθώς δεν φαίνονται στον ορίζοντα υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης για την οικονομία, παρά τις κυβερνητικές δηλώσεις και ευχές, η δοκιμασία για τις τράπεζες θα συνεχίζεται επί μακρόν και θα γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Έτσι σε ένα ακόμα τομέα της οικονομίας, σε εκείνο των τραπεζών, τα χειρότερα δεν τα έχουμε δει ακόμα παρά τις τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις που έχουν στοιχίσει συνολικά 65 περίπου δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 50 και πλέον προέρχονται από την τσέπη μας (μεγέθυναν το δημόσιο χρέος) και η σημερινή τους αξία κινείται πλέον γύρω στο 800 εκ. ευρώ!

Δημοσίευση: Εφημερίδα "Δρόμος της Αριστεράς" Φύλλο 430, 17/11/2018


Πηγή:
 

Τα τραπεζικά αδιέξοδα συνεχίζονται και επιδεινώνονται | Δρόμος της Αριστεράς

Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2018

Τα σκάνδαλα του ιδιωτικού τομέα – Β’ Μέρος




Η περίπτωση Folli-Follie – Οικογένεια Κοτσολιούτσου


του Παύλου Δερμενάκη



Στο προηγούμενο άρθρο μας, αναφερθήκαμε στο τελευταίο χρονικά σκάνδαλο του ιδιωτικού τομέα, την υπόθεση Παπαευαγγέλου της Jumbo. Στο παρόν, θα δούμε μόνο μερικές πλευρές από το διαχρονικό σκάνδαλο της Folli-Follie (FF) καθώς η αναλυτική του παρουσίαση απαιτεί χώρο πολύ μεγαλύτερο.

Εταιρεία υπόδειγμα;


Εδώ και 20 χρόνια, μετά τη χρηματιστηριακή κρίση της εποχής Σημίτη (1998-2000), μία από τις λίγες εταιρείες «κόσμημα» στην αγορά, αγαπημένη των θεσμικών επενδυτών, ήταν η FF. Εταιρεία παραγωγής κοσμημάτων αρχικά, μετεξελίχθηκε σε μεγάλο παραγωγικό και εμπορικό όμιλο επιχειρήσεων. Αντικείμενα του ομίλου, η παραγωγή ειδών πολυτελείας (κοσμήματα, ενδύματα, αξεσουάρ κ.λπ.) με εξαγωγικό προσανατολισμό και τα εμπορικά πολυκαταστήματα (εξαγόρασε τα Duty Free και τα μεταπώλησε, κατέχει σήμερα το 36% στα Αττικά Πολυκαταστήματα κ.λπ.).
Ιδιοκτήτες της επιχείρησης ήταν η οικογένεια Κοτσολιούτσου, η οποία με συνεχή προγράμματα διάθεσης μετοχών (placement) μείωνε σταδιακά τη συμμετοχή της στην επιχείρηση, καταγράφοντας ιδιαίτερα υψηλά κέρδη και αντλώντας ποσά εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Τις μετοχές αυτές, αγόραζαν διάφοροι θεσμικοί επενδυτές από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Για να έχουν επιτυχία τα προγράμματα διάθεσης, βασική προϋπόθεση ήταν να υπάρχουν βελτιούμενα οικονομικά μεγέθη και προοπτικές αύξησης πωλήσεων και κερδοφορίας. Αυτά «εξασφαλίστηκαν» από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 με την επέκταση της επιχείρησης στην Άπω Ανατολή, αρχικά στην Ιαπωνία και στη συνέχεια στην ταχέως αναπτυσσόμενη και στην κατανάλωση ειδών πολυτελείας Κίνα. Η ευημερία των ισολογισμών απέφερε οικονομική ευημερία στη διοίκηση της εταιρείας, την οικογένεια Κοτσολιούτσου, και τεράστια κέρδη σε κάθε δημόσια διάθεση μετοχών.
Όλοι οι εμπλεκόμενοι στα επιχειρηματικά και χρηματιστηριακά δρώμενα στην Ελλάδα (μέσα ενημέρωσης, εποπτικές αρχές, πολιτεία και φορείς τη επιχειρηματικής δραστηριότητας του ιδιωτικού τομέα) είχαν να λένε πάντοτε πολύ καλά λόγια για το επιχειρηματικό «θαύμα» της FF και το «ελληνικό δαιμόνιο» των διοικητών της.
Όμως, το θαύμα κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος σε μία ημέρα. Και εδώ, όπως και στην περίπτωση του κ. Παπαευαγγέλου της Jumbo, ο λόγος γα τον οποίο ξεσκεπάστηκε η ανώμαλη κατάσταση που επικρατούσε επί χρόνια, δεν ήταν ότι κάποιοι διαπίστωσαν κάτι στραβό. Δεν ήταν οι αρμόδιες αρχές που εκπλήρωσαν το ρόλο που τους έχει ανατεθεί. Και αυτό το σκάνδαλο ξεσκεπάστηκε από το εξωτερικό, από μια επιχείρηση που κανείς δεν θα μπορούσε αρχικά να το φανταστεί.
Με με τα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, προκύπτει το συμπεράσματα ότι το «μαγείρεμα» των οικονομικών καταστάσεων, η γνωστή «δημιουργική λογιστική», στην υπόθεση FF δεν είναι κάτι που αφορά μόνο το 2017 αλλά μια πρακτική που εφαρμόζεται εδώ και μία τουλάχιστον δεκαετία

Τεράστιο σκάνδαλο από το πουθενά

Ήταν αρχές Μαΐου 2018 όταν η επενδυτική εταιρεία (Fund) QCM δημοσιοποίησε έκθεση που αμφισβητούσε τα οικονομικά στοιχεία της FF, καθώς και τον αριθμό των καταστημάτων της στην Άπω Ανατολή. Παράλληλα βέβαια, το κερδοσκοπικό fund προχώρησε σε θέσεις short στη μετοχή της FF (υποτιμητική κερδοσκοπία), προεξοφλώντας τη μεγάλη πτώση της τιμής της μετοχής. Η αναταραχή που ξέσπασε ως «κεραυνός εν αιθρία» είχε σαν αποτέλεσμα την ελεύθερη πτώση της τιμής της μετοχής. Η τιμή της διαμορφώθηκε, από 15,34€ πριν τη δημοσιοποίηση των στοιχείων (3/5/2018), σε 4,80€ στις 24/5/2018 που ήταν και η τελευταία μέρα διαπραγμάτευσης της στο χρηματιστήριο, καταγράφοντας σωρευτικά μείωση 67,70%.
Η μετοχή σταμάτησε να διαπραγματεύεται από τις 25/5/2018 με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Ε.Κ.), αλλά και μετά από αίτημα της ίδιας της εταιρείας, καθώς η τελευταία δεν ήταν σε θέση να παράσχει τα αναγκαία στοιχεία που αφορούσαν τις οικονομικές της καταστάσεις και ιδίως τα επίμαχα σημεία της έκθεσης της QCM. Χρειάστηκαν δηλαδή 20 μέρες για να διαπιστώσει η Ε.Κ. αυτό που θα ήταν αυτονόητο αν είχε κάνει άμεσα τη δουλειά της, ότι η FF δεν μπορούσε να δώσει επαρκείς απαντήσεις.
Σημειώνεται ότι αμέσως μόλις δημοσιοποιήθηκε η έκθεση της QCM, η FF δια του επικεφαλής της, κ. Τζ. Κοτσολιούτσου, μιλούσε για «ανυπόστατα ψεύδη» και «σχέδιο κατά της FF», ενώ δημοσίευσε κείμενα που υποτίθεται ότι ανασκεύαζαν την έκθεση «σημείο προς σημείο». Στην πράξη, ήταν σχεδιασμένες ενέργειες για να κερδίσει χρόνο έναντι των εποπτικών αρχών, των μετόχων και των πιστωτών της εταιρείας, προετοιμάζοντας την «άμυνα» της οικογένειας και του ίδιου του ομίλου.

Ανεπάρκεια των ελεγκτικών μηχανισμών

Εδώ οφείλουμε να σημειώσουμε την παντελή αδυναμία της Ε.Κ. να διαχειριστεί ένα θέμα που ανήκει στην εποπτεία της. Χρειάστηκε να περάσουν τρεις βδομάδες για να λάβει την απόφαση της αναστολής της διαπραγμάτευσης της μετοχής για να «προστατεύσει το επενδυτικό κοινό». Και την έλαβε μετά από «πρωτοβουλία» της ίδιας της εταιρείας όταν η τελευταία μόνη της ζήτησε τη διακοπή της διαπραγμάτευσης, ομολογώντας ότι δεν μπορεί να δώσει τα ζητούμενα στοιχεία, ήτοι επαρκείς εξηγήσεις για το σκάνδαλο που είχε ξεσπάσει σε βάρος της.
Συνεπώς, για μία ακόμα φορά η Ε.Κ., όπως και κατά το παρελθόν σε άλλες περιπτώσεις, επενέβη «κατόπιν εορτής» αποδεικνύοντας ότι, αντί να αποτελεί στοιχείο στήριξης της αξιοπιστίας της αγοράς, συμβάλλει κι αυτή στην όλη αναξιοπιστία του συστήματος που υποτίθεται ότι εποπτεύει και προστατεύει.
Σημειώνουμε ότι η Ε.Κ. είναι εποπτικό όργανο και η διοίκησή της εγκρίνεται από επιτροπή της Βουλής μετά από πρόταση του υπουργού Οικονομικών. Ο σημερινός πρόεδρος κ. Γκότσης τοποθετήθηκε πρόεδρος της Ε.Κ. στο τέλος Νοεμβρίου 2016, από την παρούσα κυβέρνηση. Κατά τη συνεδρίαση δε της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής, στις 17/5/2018 για θέματα της Ε.Κ., έγιναν μια σειρά αναφορές στο θέμα της FF που κάθε άλλο παρά αποδεικνύουν την εγρήγορση, την αποτελεσματική λειτουργία και την επαρκή αντίδραση της Επιτροπής. Το γεγονός δε ότι χρειάστηκε να περάσει μία ακόμα εβδομάδα μέχρι να αποφασιστεί τελικά η αναστολή διαπραγμάτευσης της μετοχής, ενώ συζητήθηκε έντονα το θέμα στη Βουλή, δημιουργεί ακόμα περισσότερα ερωτηματικά.
Η όλη καθυστέρηση της αντίδρασης των εποπτικών αρχών και της πολιτείας στο θέμα, έδωσε στους διοικούντες την FF τον αναγκαίο χρόνο να «τρέξουν» όχι για να δημοσιοποιήσουν τα στοιχεία που όφειλαν και να δώσουν επαρκείς απαντήσεις, αλλά να «καλυφθούν» από προβλήματα που θα αναδεικνύονταν στην πορεία. Ένα από αυτά ήταν η εγγραφή προσημειώσεων σε περιουσιακά στοιχεία της οικογένειας Κοτσολιούτσου έναντι δανεισμού που έγινε ξαφνικά εν μέσω της κρίσης από μη τραπεζική εταιρεία με έδρα την Ελβετία! Με τη βολική αυτή προσημείωση, που έγινε στις 30/5/2018, η οικογένεια ουσιαστικά προστατεύτηκε από τους πιστωτές αλλά και επενδυτές που θα στραφούν στην πορεία εναντίον της.
 

Το μέγεθος του «μαγειρέματος» των στοιχείων

Ένα από τα επίμαχα σημεία της κριτικής της QCM προς την FF ήταν η μη ενδεδειγμένη διαδικασία ελέγχου από ορκωτούς ελεγκτές των οικονομικών της καταστάσεων, που είχε σαν αποτέλεσμα να αμφισβητούνται τα στοιχεία των ισολογισμών. Να σημειώσουμε εδώ ότι η εταιρεία ορκωτών ελεγκτών στην Ελλάδα απέσυρε το πιστοποιητικό που χορήγησε για τον ισολογισμό χρήσης 2017 μετά τη δημοσιοποίηση του ισολογισμού! Κατά τον έλεγχο δε της ίδιας της εταιρείας ορκωτών, εκ των υστέρων φυσικά και αφού έχει ξεσπάσει το σκάνδαλο, προκύπτουν πλήθος παρατυπίες και για την ίδια. Δύο παραδείγματα: α) Ο τελευταίος ισολογισμός δικός της που έχει δημοσιεύσει το 2018 αφορά το 2014 και β) η FF, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία, άλλαξε ελεγκτική εταιρεία, αλλά ο ελεγκτής παρέμεινε ο ίδιος! Συνεπώς, προκύπτει ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του ελληνικού κράτους, όχι μόνο η Ε.Κ., για μία ακόμα φορά απέτυχαν στο έργο τους.
Η διεθνής εταιρεία Alvarez & Marsal (A&M) κλήθηκε και πραγματοποίησε έλεγχο στα οικονομικά στοιχεία της FF για το 2017. Η έκθεσή της αποτέλεσε σοκ ακόμα και για τους πλέον καλόπιστους όσον αφορά το τι συνέβαινε στην FF. Οι αποκλίσεις μεταξύ των οικονομικών καταστάσεων του 2017 και των αποτελεσμάτων από τον έλεγχο της Α&Μ ήταν τεράστιες, πέρα από κάθε εκτίμηση. Ενδεικτικά και μόνο, αναφέρουμε ότι: α) Τα έσοδα της FF από την Ασία ήταν μόλις το 1/10 αυτών που ανακοίνωνε η εταιρεία (πραγματικά 116,8 εκ. δολάρια έναντι ανακοίνωσης 1,1 δισ.), β) τα αποθέματα ήταν 34 εκ. δολάρια έναντι 582 εκ. που εμφάνιζε η εταιρεία και γ) τα καθαρά αποτελέσματα ήταν ζημιές 45 εκ. δολάρια έναντι δημοσιοποίησης για κέρδη 316 εκ. ευρώ…
Παράλληλα, ο έλεγχος που επίσης έγινε από την Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχου, το πόρισμα της οποίας κατατέθηκε στον οικονομικό εισαγγελέα και στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, καταγράφει κι άλλα πρωτοφανή στοιχεία όσον αφορά τη διαχείριση της εταιρείας. Μεταξύ αυτών, περιλαμβάνονται και εικονικά δάνεια χωρίς αναφορά επιτοκίου και χωρίς εξασφαλίσεις, εικονικές συναλλαγές με ανύπαρκτους πελάτες και προμηθευτές για να «φουσκώνουν» τα αποτελέσματα κ.λπ. Γενικά, με τα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, προκύπτει το συμπεράσματα ότι το «μαγείρεμα» των οικονομικών καταστάσεων, η γνωστή «δημιουργική λογιστική», στην υπόθεση FF δεν είναι κάτι που αφορά μόνο το 2017 αλλά μια πρακτική που εφαρμόζεται εδώ και μία τουλάχιστον δεκαετία. 
Η υπόθεση της FF αποδεικνύει ότι όσο προβληματικά ήταν τα στοιχεία του δημόσιου τομέα, με τα οποία οι κυβερνήσεις πριν τα μνημόνια κατέγραφαν «επιτυχίες» στον οικονομικό τομέα, άλλο τόσο προβληματικά είναι και τα στοιχεία του ιδιωτικού τομέα που κατέγραφαν «επιχειρηματικά θαύματα»

Η δικαιοσύνη και οι γνωστοί ρυθμοί της

Με αυτά τα δεδομένα, το «θαύμα» της FF και τα οικονομικά της μεγέθη κατέρρευσαν, όπως αναφέραμε ήδη, σαν χάρτινος πύργος. Επενδυτές και πιστωτές έχουν ξεκινήσει έναν μακρόχρονο, όπως προβλέπεται, δικαστικό αγώνα απέναντι στην εταιρεία και τη διοίκησή της, την οικογένεια Κοτσολιούτσου. Παράλληλα, το λόγο έχει πλέον και η δικαιοσύνη αυτεπάγγελτα, καθώς έχουν δημοσιοποιηθεί στοιχεία στον οικονομικό εισαγγελέα και στην επιτροπή για το ξέπλυμα παράνομου χρήματος.
Όμως, ακόμα και σήμερα η οικογένεια Κοτσολιούτσου παραμένει αγκιστρωμένη στη διοίκηση της FF, προφανώς με στόχο να περισώσει ό,τι μπορεί από το «έργο» της, αξιοποιώντας κάθε δυνατότητα. Δημιουργεί δε τεράστια ερωτηματικά πώς είναι δυνατόν, μετά από τέτοιες εξελίξεις, ο υιός Τζ. Κοτσολιούτσος, που ήταν επικεφαλής της διοίκησης της FF την επίμαχη περίοδο και βαρύνεται με όλη αυτή τη «μαγειρική» των μεγεθών, να συνεχίζει να παραμένει στη θέση του. Σε αυτές τις συνθήκες, οι εργαζόμενοι της FF είναι που δεν έχουν καμία ευθύνη για όσα έχουν συμβεί και βρίσκονται πλέον σε καθεστώς πλήρους αβεβαιότητας για το μέλλον τους.
Η υπόθεση της FF αποδεικνύει ότι όσο προβληματικά ήταν τα στοιχεία του δημόσιου τομέα, με τα οποία οι κυβερνήσεις πριν τα μνημόνια κατέγραφαν «επιτυχίες» στον οικονομικό τομέα, άλλο τόσο προβληματικά είναι και τα στοιχεία του ιδιωτικού τομέα που κατέγραφαν «επιχειρηματικά θαύματα». Στην περίπτωση του ιδιωτικού τομέα, το όφελος από το «μαγείρεμα» των στοιχείων είναι άμεσο καθώς μεταφράζεται σε κέρδη από μερίσματα, μπόνους διοικούντων και κέρδη υπεραξίας πώλησης (placement) μετοχών, τα οποία ακόμα και σήμερα είναι αφορολόγητα. Παράλληλα, για μία ακόμα φορά αποδείχθηκε η γενική ανεπάρκεια των εποπτικών μηχανισμών στην Ελλάδα.
Σε επόμενο φύλλο, το τρίτο μέρος με τα «έργα και τις ημέρες» Βγενόπουλου – Marfin και όχι μόνο.



Δημοσίευση: Εφημερίδα "Δρόμος της Αριστεράς" Φύλλο 430, 17/11/2018


Πηγή:
 

Τα σκάνδαλα του ιδιωτικού τομέα – Β' Μέρος | Δρόμος της Αριστεράς

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2018

Τα σκάνδαλα του Ιδιωτικού Τομέα – Α’ μέρος



Η περίπτωση του Παπαευαγγέλου της Jumbo


του Παύλου Δερμενάκη




Οι κήρυκες του νεοφιλελευθερισμού εδώ και σαράντα χρόνια επιτίθενται σε ό,τι αφορά το δημόσιο θεωρώντας το την πηγή όλων των δεινών. Ειδικά δε η δημόσια επιχειρηματική δραστηριότητα αποτελεί έγκλημα καθοσιώσεως. Αξιοποιώντας τις άπειρες στρεβλώσεις, που δημιούργησε ο εναγκαλισμός «κυβέρνησης – κόμματος» με τον δημόσιο τομέα της οικονομίας, έβρισκαν πάντοτε πρόσφορο έδαφος για να εξαπολύουν τις επιθέσεις τους. Παράλληλα δίπλα στον «κακό», κατ’ αυτούς, δημόσιο τομέα υπάρχει πάντοτε ο σωστός σε όλα του, χωρίς ουσιαστικά ψεγάδια, ιδιωτικός τομέας που συμβάλλει στην πρόοδο της οικονομίας. Με αυτό το πλαίσιο κινείται η προπαγανδιστική τους λογική λόγω πληθώρας δημοσιογράφων–αρθρογράφων, που ανεξάρτητα τι δηλώνουν, προβάλλουν τις πλέον ακραίες νεοφιλελεύθερες συνταγές και τεκμηριώσεις.
Φυσικά όπως προαναφέραμε το δημόσιο και ο δημόσιος τομέας της οικονομίας, και μάλιστα στην εποχή της διαπλοκής, κάθε άλλο παρά λειτουργεί όπως θα έπρεπε. Εδώ δεν θα ασχοληθούμε για να αποδείξουμε το πώς πρέπει να λειτουργεί ο δημόσιος τομέας, που από τη θέση του και τον πραγματικό ιδιοκτήτη του, που είναι όλος ο λαός, οφείλει να λειτουργεί και να εξυπηρετεί τις ανάγκες του λαού. Θα ασχοληθούμε με τον «αψεγάδιαστο» ιδιωτικό τομέα που αποτελεί πρότυπο κατά τους νεοφιλελεύθερους.

Οι «μπίζνες» με τους Κινέζους

Διαχρονικά αν ψάξουμε θα διαπιστώσουμε και θα καταγράψουμε σκάνδαλα επί σκανδάλων με πρωταγωνιστές τα «καλά παιδιά» της ιδιωτικής οικονομίας. Όμως το τελευταίο διάστημα, ενώ ο λαός υφίσταται τα πάνδεινα από τις μνημονιακές πολιτικές στο όνομα του «κακού κράτους», τα σκάνδαλα του ιδιωτικού τομέα σκάνε το ένα μετά το άλλο από απίθανες μέχρι χθες επιχειρήσεις. Τα σκάνδαλα αυτά είναι τεραστίων διαστάσεων και φυσικά έχουν και διαπλεκόμενες με το δημόσιο πλευρές.
Ξεκινώντας από τα τελευταία προς τα παλαιότερα σήμερα θα ασχοληθούμε με το σκάνδαλο Jumbo – Παπαευαγγέλου.
Ο νούμερο δύο στην ιεραρχία της Jumbo, της μεγαλύτερης επιχείρησης λιανικής στην Ελλάδα –εκτός των σούπερ-μάρκετ, όπως αποδεικνύεται από όσα διαρρέουν είναι ο ιθύνων νους ενός σκανδάλου διεθνών διαστάσεων. Με «τεχνάσματα», αξιοποιώντας «γνωριμίες» μέσω τραπεζών ώστε να ξεπερνιούνται οι έλεγχοι συναλλάγματος (capital controls) που ισχύουν στην Κίνα, έστησε μία τεράστια «επιχείρηση» βασισμένη στην οικονομική απαξίωση των ακινήτων λόγω της κρίσης. Βλέπετε, για κάποιους η κρίση, όπως μας λένε τα παπαγαλάκια της δημοσιογραφίας και της πολιτικής, είναι ευκαιρία. Απλά η ευκαιρία βασίζεται στην παρανομία και στο ότι «πατάνε επί πτωμάτων». Έτσι ο κ. Παπαευαγγέλου αγόραζε ακριβά ακίνητα («φιλέτα») σε «σκοτωμένες τιμές», είτε μέσω των πλειστηριασμών των τραπεζών, είτε μέσω κανονικών αγοραπωλησιών από κόσμο που είχε μεγάλη ανάγκη. Τα ακίνητα αυτά τα μεταπουλούσε σε Κινέζους της νέας «επιχειρηματικής» ελίτ.
Να σημειώσουμε εδώ ότι με αγορά ακινήτου αξίας τουλάχιστον 250.000 ευρώ από αλλοδαπό τρίτης χώρας (εκτός Ε.Ε.), παρέχεται η λεγόμενη «χρυσή βίζα», χορήγηση ελληνικού διαβατηρίου για μία πενταετία που ανανεώνεται. Είναι ένα από τα μνημονιακά μέτρα «εξυγίανσης» της ελληνικής οικονομίας που είχε σαν συνέπεια μόνο τα τρία πρώτα έτη της εφαρμογής του, από τον Ιούνιο 2013, να γίνουν 1.100 τουλάχιστον επενδύσεις στην Ελλάδα για ποσό αξίας 1,5 δισ. ευρώ. Φυσικά ο «χορός» αυτός συνεχίζεται και σήμερα, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, με διαμεσολαβητές όπως ο κ. Παπαευαγγέλου, για να μπορεί ο κ. Τσίπρας να κομπάζει ότι το 2017 π.χ. σημειώθηκε ρεκόρ «άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα» με αυτές τις διαδικασίες.
Η Jumbo απέπεμψε τον κ. Παπαευαγγέλου και προσπαθεί να πείσει ότι δεν έχει σχέση με αυτές του τις δραστηριότητες. Ανεξάρτητα από την όποια δική τους εμπλοκή που μπορεί, όπως ισχυρίζεται, και να μην υπάρχει, δημιουργείται το ερώτημα πώς ο κ. Παπαευαγγέλου άνοιξε τη δίοδο επικοινωνίας αποκλειστικά με τους Κινέζους για δουλειές ακινήτων όντας στέλεχος εταιρείας λιανικής. Η απάντηση είναι απλή λογικά. Τους γνώρισε μέσω της Jumbo η οποία είναι σχεδόν αποκλειστικά εισαγωγέας κινέζικων προϊόντων. Κοινώς με «ένα σμπάρο, δυο τρυγόνια».
Οι προπαγανδιστές του νεοφιλελευθερισμού, υπό το φως των αποκαλύψεων υποχρεώνονται να καταγράφουν τα γεγονότα. Τα καταγράφουν ως απλοί, ουδέτεροι παρατηρητές. Αποφεύγουν να δημοσιοποιήσουν τα αναγκαία συμπεράσματα από αυτές τις πρακτικές γιατί θα τους χαλάσουν την εικόνα που θέλουν και πλασάρουν για τον ιδιωτικό τομέα. Φυσικά αν στην περίπτωση Παπαευαγγέλου ήταν κάποιο πρόσωπο από δημόσια επιχείρηση θα είχαν «οργιάσει», όχι για την πρακτική αλλά για το γεγονός ότι θα προερχόταν από τον δημόσιο τομέα
Πώς ξεπερνούσαν τους κεφαλαιακούς ελέγχους της Κίνας που δεν επιτρέπει ελεύθερη εκροή συναλλάγματος; Με τη χρήση των γνωστών, μετά τα ελληνικά capital controls, POS. Αρχικά, όπως κυκλοφορεί στον Τύπο, προμηθευτής του ήταν η Eurobank, η οποία διαπίστωσε το ασυνήθιστο των συναλλαγών το καλοκαίρι του 2017 και σταμάτησε μαζί του τη συνεργασία. Στη συνέχεια, ή μπορεί και παράλληλα με τη Eurobank, έχοντας τις πλάτες ανώτατων στελεχών της Εθνικής στον χώρο των πιστωτικών καρτών, η «μηχανή» που έστησε ο κ. Παπαευαγγέλου συνέχισε απρόσκοπτα τη λειτουργία της. Μάλιστα, όταν χρειάστηκε, «πείστηκαν» όσοι είχαν φέρει κάποιες κατ’ αρχήν αντιρρήσεις.

Η φοροαποφυγή

Ένα δε από τα στοιχεία που επιτείνουν το σκάνδαλο είναι οι αξίες των συναλλαγών και οι «ουρές» από αυτές. Το ακίνητο αγοράζεται σε «σκοτωμένη» τιμή αρχικά. Όμως μεταπωλείται σε πολύ μεγαλύτερη, συνήθως τριπλάσια. Το κράτος φυσικά δεν εισπράττει κανένα φόρο, ενώ έχει «ξεζουμίσει» τον λαό στους φόρους, καθώς από το 2015 και μετά συνεχώς αναστέλλεται η εφαρμογή του φόρου υπεραξίας. Εδώ που έχουμε ξεκάθαρη κερδοσκοπία με τεράστια ποσά κανείς «αριστερός» υπουργός δεν φιλοτιμήθηκε, τουλάχιστον σε τέτοιες περιπτώσεις, να μην εξαιρούνται από τον φόρο. Από την τριπλάσια ή πολλαπλάσια αξία, που δεν φορολογείται, μπορούμε να πούμε σχηματικά ότι το ένα μέρος αφορά το κόστος κτήσης, το δεύτερο αφορά το κέρδος του κάθε Παπαευαγγέλου και της παρέας του και το τρίτο επιστρέφει αφορολόγητο στον αγοραστή ως κατάθεση στο όνομά του, στο πλαίσιο της συμφωνίας. Έτσι με τη «μηχανή» του τέκνου της «άσπιλης» ιδιωτικής οικονομίας κ. Παπαευαγγέλου, ο ξένος «επενδυτής» αγοράζει σε τιμή ευκαιρίας το ακίνητο, ξεπερνά τα capital controls της χώρας του, παίρνει ελληνικό διαβατήριο για όλη την Ε.Ε. και τον κόσμο, και του μένει και το 1/3 περίπου του ονομαστικού «κόστους αγοράς» σε μετρητά στον λογαριασμό του. Μετά δε από όλα αυτά οι κ.κ. Τσίπρας, Δραγασάκης και Τσακαλώτος πανηγυρίζουν για την αύξηση των ξένων άμεσων επενδύσεων στην Ελλάδα!

Τα δύσκολα ερωτήματα

Το σκάνδαλο δεν ξεσκεπάστηκε στην Ελλάδα αλλά από την Κίνα, αν και στην Ελλάδα έπρεπε να είναι γνωστό και να έχουν κινηθεί οι αρμόδιες αρχές από το καλοκαίρι του 2017, όταν η Eurobank διαπίστωσε τις «ανορθόδοξες» συναλλαγές και διέκοψε τη συνεργασία με την εταιρεία του κ. Παπαευαγγέλου. Δημιουργούνται συνεπώς τα ερωτήματα: α) Η Eurobank ενημέρωσε για αυτά την αρχή για το «ξέπλυμα χρήματος» ώστε να ελεγχθεί το θέμα; β) Ενημέρωσε την εποπτική της αρχή, την Τράπεζα Ελλάδος; γ) Οι δύο αρχές, αν ενημερώθηκαν, τι έκαναν; δ) Πώς μπορούσε και συνέχιζε η Εθνική τη «μηχανή», αν είχε ενημερωθεί η Τράπεζα Ελλάδος; ε) Η Τράπεζα της Ελλάδος, που ελέγχει τις συναλλαγές και τις τράπεζες, δεν κατάλαβε επί δύο και πλέον χρόνια τίποτε; στ) Οι συναλλαγές που γίνονταν ήταν «καραμπινάτα» εντός ελέγχου των διαδικασιών «ξεπλύματος χρήματος», η αρμόδια υπηρεσία της Εθνικής Τράπεζας τι έκανε; Πώς και δεν το πήρε είδηση; Αυτά είναι μόνο μερικά απλά ερωτήματα για την πορεία του θέματος που δείχνουν ότι κάτι πολύ σάπιο υπάρχει στο τραπεζικό σύστημα και δεν είναι μόνο τα κόκκινα δάνεια. Οι ιδιωτικές διοικήσεις των τραπεζών, που με τις «πλάτες» της κυβέρνησης εξαντλούν την αυστηρότητά τους στον κάθε φουκαρά που πήρε ένα δάνειο και δεν μπορεί να το αποπληρώσει γιατί μειώθηκε το εισόδημά του, φαίνεται ότι αναζητούν νέες ευκαιρίες κερδοφορίας κάνοντας με τη σειρά τους «πλάτες» σε παράνομες πρακτικές.
Ο θαυματουργός ιδιωτικός τομέας στην περίπτωση της ελληνικής κρίσης και της απαξίωσης των ακινήτων έκανε και εδώ το «θαύμα» του. Το παράδειγμα του κ. Παπαευαγγέλου είναι απτό. Παράλληλα υπάρχουν αρκετές άλλες «γκρίζες» ζώνες σε αντίστοιχες συναλλαγές με Τούρκους ολιγάρχες, που αγοράζουν ακίνητα-φιλέτα σε ακριτικές περιοχές της χώρας π.χ. Δωδεκάνησα. Οι προπαγανδιστές του νεοφιλελευθερισμού, υπό το φως των αποκαλύψεων υποχρεώνονται να καταγράφουν τα γεγονότα. Τα καταγράφουν ως απλοί, ουδέτεροι παρατηρητές. Αποφεύγουν να δημοσιοποιήσουν τα αναγκαία συμπεράσματα από αυτές τις πρακτικές γιατί θα τους χαλάσουν την εικόνα που θέλουν και πλασάρουν για τον ιδιωτικό τομέα. Φυσικά αν στην περίπτωση Παπαευαγγέλου ήταν κάποιο πρόσωπο από δημόσια επιχείρηση θα είχαν «οργιάσει», όχι για την πρακτική αλλά για το γεγονός ότι θα προερχόταν από τον δημόσιο τομέα. Για αυτούς ο ιδιωτικός τομέας φέρει «φωτοστέφανο» ενώ ο δημόσιος είναι «έργο του διαβόλου». Τα έργα Παπαευαγγέλου – Jumbo αποδεικνύουν του το αναληθές αυτής της προσέγγισης.
*Την επόμενη βδομάδα το δεύτερο μέρος, με τα έργα και τις ημέρες της FolliFollie.

Δημοσίευση: Εφημερίδα "Δρόμος της Αριστεράς" Φύλλο 429, 10/11/2018


Πηγή:  

Τα σκάνδαλα του Ιδιωτικού Τομέα - Α’ μέρος | Δρόμος της Αριστεράς

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018

Τα ελληνικά spread και το ευάλωτο της εξυπηρέτησης του χρέους μέσω των αγορών



του Παύλου Δερμενάκη



Την άνοιξη του 2010 μας έβαλαν στα μνημόνια γιατί ως χώρα δεν μπορούσαμε να δανειστούμε από τις διεθνείς αγορές. Τα spread (διαφορά επιτοκίου ελληνικού 10ετούς ομολόγου από το αντίστοιχο γερμανικό) βρίσκονταν σε ελεγχόμενα επίπεδα όλο το 2009 ακόμα και το πρώτο τρίμηνο του 2010. Οι χειρισμοί της τότε κυβέρνησης Παπανδρέου οδήγησαν σταδιακά στην αύξησή τους και τον τελικό αποκλεισμό της χώρας από τις αγορές για να ανατροφοδοτηθεί και να καλυφθούν τα τότε ελλείμματα.
Τα δεδομένα του Α΄ τριμήνου του 2010 δείχνουν ότι το ελληνικό spread διατηρήθηκε κάτω από το 3,5%, με μέγιστο 3,29%. Από εκεί και μετά οι αυξήσεις, λόγω των χειρισμών της κυβέρνησης, οδήγησαν σε ένα τελικό επιτόκιο απαγορευτικό για την Ελλάδα. Την ίδια περίοδο το δημόσιο χρέος ήταν 298,5 δισ. ευρώ (τέλος Δεκεμβρίου 2009) και αντιστοιχούσε στο 133% του ΑΕΠ. Τα στοιχεία αυτά είναι αντικειμενικά και δεν αμφισβητούνται. Αμφισβήτηση δέχεται μόνο το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2009, καθώς, όπως έχει προκύψει ακόμα και από τα μέλη του ΔΣ της ΕΛΣΤΑΤ, «διαμορφώθηκε» τελικά στο 15,4% έναντι στόχου 6% και προσωρινής εκτίμησης 9% τον Σεπτέμβριο 2009, πριν από τις εκλογές, από την Τράπεζα της Ελλάδος. Για την εκτίμηση αυτή ήταν ενήμεροι τόσο ο τότε πρωθυπουργός κ. Καραμανλής όσο και ο μετέπειτα κ. Παπανδρέου. Οι διαφωνούντες, από πλευράς ΕΛΣΤΑΤ, προσδιορίζουν το έλλειμμα σε επίπεδα κάτω από το 9% και το θέμα, ως γνωστόν, έχει πάρει τη μακρά οδό των δικαστηρίων.
Με αυτά τα δεδομένα μπήκαμε στα μνημόνια για να λύσουμε, με την «προσαρμογή» της οικονομίας, το πρόβλημα του δανεισμού από τις αγορές. Ενδιάμεσα, εκτός από τα μνημόνια υπήρξε και το PSI+ που είχε σαν συνέπεια τη διαγραφή χρέους ύψους 120 δισ. ευρώ από τα 298,5.
Τον περασμένο Αύγουστο, μετά από 3 μνημόνια, είχαμε την λεγόμενη καθαρή έξοδο. Έτσι τουλάχιστον ισχυρίζεται η κυβέρνηση και προσπαθεί να μας πείσει ότι επιστρέφουμε στην κανονικότητα, με κάποιες δεσμεύσεις μεν αλλά όλα είναι υπό έλεγχο. Το κατά πόσο ισχύουν όμως αυτοί οι ισχυρισμοί είναι ένα μεγάλο ερώτημα. Αφήνουμε στην άκρη το οικονομικό και κοινωνικό κόστος των μνημονίων, το ποιος το πλήρωσε και συνεχίζει να το πληρώνει, για να επικεντρωθούμε στα αποτελέσματα που έφεραν τα μνημόνια και στο κατά πόσο συνέβαλαν στην λύση των προβλημάτων που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν.

 Απέτυχαν να λύσουν το πρόβλημα

Το spread των ελληνικών ομολόγων μία μέρα πριν «βγούμε» από τα μνημόνια (17/8/2018) ήταν στο 4,01 και έκτοτε κυμαίνεται γύρω από αυτό το μέγεθος, με ελάχιστο 3,49 και μέγιστο 4,24. Σήμερα (1/11/2018) είναι 3,82. Βρίσκεται, δηλαδή, σε σημείο αρκετά ψηλότερο από εκείνο που ίσχυε πριν η κυβέρνηση Παπανδρέου μας οδηγήσει στα μνημόνια (Α΄τρίμηνο 2010). Σήμερα, το spread μαζί με το επιτόκιο του Γερμανικού ομολόγου συνθέτουν ένα τελικό επιτόκιο 4,23% που είναι απαγορευτικό για την έξοδο στις αγορές. Μάλιστα, στην πρόσφατη συνέντευξή του, ο κ. Τσακαλώτος προσδιόρισε τον χρόνο εξόδου στις αγορές σε «μεσοπρόθεσμο» ορίζοντα. Αυτό, πρακτικά, σημαίνει περί τα μέσα του 2019, ώστε να έχει κοπάσει το Ιταλικό πρόβλημα και με την προϋπόθεση να μην έχει προκύψει κάποια νέα εστία «έντασης», είτε στην ευρωζώνη είτε διεθνώς. Έτσι, η κυβέρνηση έχει μεταθέσει τους όποιους σχεδιασμούς για έξοδο στις αγορές για το επόμενο έτος και επαναπαύεται στο αποθεματικό «μαξιλάρι» των 24 δισ. ευρώ για την κάλυψη των δόσεων του χρέους μέχρι το 2021.
Το δημόσιο χρέος στο τέλος Ιουνίου του 2018 ήταν 323,4 δισ. ευρώ και αντιστοιχούσε στο 179,7% του ΑΕΠ. Έχουμε δηλαδή σήμερα –και παρότι έχουν γίνει διαγραφές 120 δισ. – χρέος υψηλότερο κατά 25 δισ. ευρώ, σε σχέση με το τέλος 2009. Λόγω δε της μείωσης του ΑΕΠ αυξήθηκε το ποσοστό του, ως προς αυτό, σχεδόν στο 180%. Φυσικά, αυτό αξιολογούν οι διεθνείς οίκοι και δεν δίνουν διαβάθμιση πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας τέτοια που να συμβάλλει στη μείωση των επιτοκίων. Όσον αφορά δε τις μακροπρόθεσμες προοπτικές αύξησης του ΑΕΠ για την εξυπηρέτηση του χρέους, αυτές έχουν υποβαθμιστεί δραματικά.
Καθώς οι διεθνείς αγορές έχουν μπει σε περίοδο αστάθειας και ενδεχόμενα στο τέλος του παρόντος κύκλου ανάπτυξης τα χειρότερα δεν έχουν περάσει. Θα δούμε στη συνέχεια, υπό την πίεση των αγορών, νέα μέτρα και δεινά στο όνομα της εξυπηρέτησης ενός επονείδιστου χρέους που θα έπρεπε να έχει διαγραφεί
Το μόνο σημείο στο οποίο είχαμε επιτυχία των μνημονίων είναι η μετατροπή των ελλειμμάτων του Δημοσίου σε πλεόνασμα –και μάλιστα υπέρ-πλεόνασμα– πάνω από 3,5% από το 2017 και έως το 2022. Αυτό όμως επιτεύχθηκε φτωχοποιώντας τον λαό που έχει υποστεί μια εισοδηματική μείωση της τάξης τουλάχιστον του 35% σε μέσο επίπεδο, ενώ συνεχίζουν να επιβάλλονται και νέα αντιλαϊκά μέτρα (μείωση κοινωνικών δαπανών και αύξηση φόρων).
Παρότι, λοιπόν, δεν λύθηκε το πρόβλημα για το οποίο μπήκαμε στα μνημόνια αλλά αντίθετα επιδεινώθηκε και παράλληλα καταστράφηκε η ελληνική οικονομία, οι καρεκλοκένταυροι της κυβέρνησης προσπαθούν να μας πείσουν ότι επιστρέφουμε στην κανονικότητα. Ένα δε από τα στοιχεία αυτής της κανονικότητας είναι και η δυνατότητα επιστροφής στις αγορές.
Ο όλος ισχυρισμός, με βάση μόνο όσα προαναφέραμε, είναι εντελώς αστήρικτος. Μάλιστα, μία σε μεγαλύτερο βάθος ανάλυση δείχνει το πόσο ευάλωτη είναι πλέον η οικονομία μας στην παραμικρή αστάθεια των διεθνών αγορών. Ειδικά σε μια περίοδο που οι διεθνείς αγορές από πολλές πλευρές (επιτόκια, ισοτιμίες, εξάντληση ορίων παρέμβασης κεντρικών τραπεζών, άνοδος τιμών αργού πετρελαίου κ.λπ.) έχουν μπει σε περίοδο αστάθειας και ενδεχόμενα τέλους του παρόντος κύκλου ανάπτυξης. Συνεπώς, τα χειρότερα κάθε άλλο παρά έχουν περάσει. Θα δούμε στη συνέχεια, όχι υπό την πίεση των θεσμών αλλά υπό την πίεση των αγορών, νέα μέτρα και δεινά για τον λαό και την οικονομία, στο όνομα της εξυπηρέτησης ενός επονείδιστου χρέους, που θα έπρεπε να έχει διαγραφεί.

Αδυναμία εξόδου στις αγορές και οι κίνδυνοι για το μέλλον

Κατά την κυβέρνηση βγήκαμε από τα μνημόνια στις 20 Αυγούστου. Θα έπρεπε καιρό πριν, εφόσον θεωρούν ότι ήταν επιτυχές το 3ο μνημόνιο, το spread να έχει μειωθεί. Όμως, όλο το 2018, με εξαίρεση τον Φλεβάρη για λίγες μέρες που το spread κινήθηκε οριακά κάτω από το 3, βρίσκεται συνεχώς πάνω από το 3,4 έως και το 4,41. Οι δικαιολογίες περί κρίσεως στα spread λόγω Τουρκίας, Αργεντινής και τώρα Ιταλίας δίνουν απλά μια δικαιολογητική βάση. Η ουσία είναι ότι η Ελλάδα, ακόμα και χωρίς αυτές τις κρίσεις, κινούνταν σε απαγορευτικά επίπεδα και σε κάθε περίπτωση είναι παγιδευμένη.
Ένα στοιχείο που αξιολογούν οι επενδυτικοί οίκοι ώστε να τοποθετηθούν στα ελληνικά ομόλογα, άρα να συμβάλλουν στην αποκλιμάκωση των spread, είναι η τρέχουσα διαβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρα. Η σημερινή αξιολόγηση, παρά τις οριακές βελτιώσεις της τελευταίας περιόδου, τοποθετεί τη χώρα σε βαθμίδα εκτός επενδύσεων (ανεξάρτητα πως ονομάζεται τεχνικά η βαθμίδα πρόκειται, κατά την αντίληψη των επενδυτών, για Junk bonds, κοινώς «σκουπίδια» η εξομοιούμενα με αυτά). Μάλιστα η Citi σε πρόσφατη έκθεσή της (24/10/2018) πηγαίνει το θέμα ακόμα πιο μακριά. Εκτιμά ότι η Ελλάδα, παρά τις όποιες βελτιώσεις στην πιστοληπτική αξιολόγηση από τους οίκους, δεν έχει περιθώρια να ενταχθεί σε «επενδυτική βαθμίδα» μέχρι το 2022!. Επίσης, σε ότι αφορά τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων εκτιμά ότι θα κινηθούν άνω του 4% έως το 2020, με μία ελαφρά βελτίωση το 2021, πριν επιδεινωθούν ξανά το 2022 καθώς εκτιμά επίσης μείωση στο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας.
Όλα τα παραπάνω, όσο προχωρά ο χρόνος, επιδεινώνονται τόσο από την συνεχιζόμενη αύξηση των επιτοκίων στις ΗΠΑ, όσο και από την αναμενόμενη –καταλυτική σε βάρος της Ελλάδας– έναρξη αύξησης των επιτοκίων από την ΕΚΤ, από τα μέσα του 2019 και μετά, έστω και με αργούς ρυθμούς, όπως δήλωσε ο κ. Ντράγκι (25/10/2018). Για να γίνει κατανοητό το πόσο επηρεάζει η άνοδος των επιτοκίων από τις ισχυρές οικονομίες άλλες συγκριτικά ασθενέστερες, σημειώστε ότι ένα μέρος της πρόσφατης κρίσης στην Τουρκία οφείλεται και στην άνοδο των αμερικανικών επιτοκίων.
Κυκλοφορούν και διάφορες ενδιάμεσες «τεχνικές» λύσεις. Να αυξηθεί το όριο επενδύσεων σε κρατικούς τίτλους των 4 συστημικών τραπεζών, από τα 8 δισ. ευρώ σήμερα, σε 15 και στη συνέχεια 20 για να μειωθούν τα spread. Αυτό δεν θα λύσει το πρόβλημα, για ένα χρέος ύψους 323 δισ., αλλά θα δημιουργήσει νέα προβλήματα, καθώς θα στερήσει χρηματοδοτικούς πόρους από την οικονομία για να γίνουν έστω κάποιες επενδύσεις, εάν και εφόσον…
Θεωρητικά, λοιπόν, βγήκαμε από τα μνημόνια, δεν βγήκαμε όμως στις αγορές, ούτε φαίνεται εφικτό να γίνει κάτι τέτοιο στο άμεσο μέλλον και με βιώσιμο επιτόκιο. Η Ελλάδα μπήκε στον αυτόματο πιλότο των αγορών που θα καταγράφουν, με την «ευαισθησία» που τις διακρίνει αλλά και την ακατάσχετη κερδοσκοπική τους διάθεση, την πορεία των οικονομικών μεγεθών και θα επιβάλλουν στην πράξη πολιτικές και λύσεις για την επάνοδο της οικονομίας της χώρας στον «ορθό» δρόμο. Αυτό που είδαμε την τελευταία περίοδο, όσον αφορά την αξιολόγηση των αγορών, με τις τράπεζες και την πτώση του τραπεζικού δείκτη κατά 50,5% στην περίοδο 30/4/2018-1/11/2018 είναι «σκηνές προσεχώς» από το έργο θα δούμε τα επόμενα χρόνια. Και δεν θα είναι ένα ή δύο χρόνια, αλλά δεκαετίες, μέχρι το 2060, αν δεν υπάρξει κάτι διαφορετικό ενδιάμεσα. Όχι μόνο δεν επιστρέψαμε στην κανονικότητα αλλά «προσδεθείτε», αναμένονται νέες αγνώστου έντασης αναταράξεις.

Δημοσίευση: Εφημερίδα "Δρόμος της Αριστεράς" Φύλλο 428, 3/11/2018


Πηγή:  

Τα ελληνικά spread και το ευάλωτο της εξυπηρέτησης του χρέους μέσω των αγορών | Δρόμος της Αριστεράς