του Παύλου Δερμενάκη
Τα σύννεφα πυκνώνουν σταδιακά πάνω από την παγκόσμια οικονομία ενώ όλο και περισσότεροι αναλυτές συντάσσονται με τις απόψεις ότι τα προβλήματα είναι πολύ μεγαλύτερα. Επίσης παραδέχονται ότι δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις και «το φάρμακο δια πάσαν νόσον» της παροχής φθηνής ρευστότητας, που χρησιμοποιείται διαχρονικά από το 2008 και μετά με τη μέγιστη ευκολία, όχι μόνο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί αντίθετα αποτελεί βασική πηγή των προβλημάτων σήμερα. Συνεπώς απαιτείται η αντιστροφή της χρήσης του. Συμπερασματικά βρισκόμαστε μπροστά σε μία νέα περίοδο που το πλέον πιθανό χαρακτηριστικό της μπορεί να είναι η ύφεση και στη συνέχεια ο στασιμοπληθωρισμός, δηλαδή χαμηλή ανάπτυξη σε συνδυασμό με υψηλό πληθωρισμό.
– Μόνιμος πληθωρισμός: Η αναζωπύρωση του πληθωρισμού παγκόσμια άρχισε πριν από ένα περίπου χρόνο. Αρχικά οι ειδικοί καθησύχαζαν τον κόσμο ότι θα ήταν ένα παροδικό φαινόμενο το οποίο θα «ξεφούσκωνε». Στην παρούσα περίοδο βιώνουμε παγκόσμια μια κατάσταση συνεχούς ανόδου των τιμών, που παραπέμπουν σε άλλες εποχές που πολλοί στον δυτικό κόσμο τις είχαν ξεχάσει. Κάθε μήνα διαμορφώνονται νέα υψηλά στον πληθωρισμό με άγνωστο το σημείο τερματισμού.
Σημειώνουμε εδώ ότι οι αναλυτές καταλήγουν ότι οι πληθωριστικές διαδικασίες οφείλονται και στην πλευρά της ζήτησης (λόγω πανδημίας: ρευστότητα μέσω των κεντρικών τραπεζών και χαλαρή δημοσιονομική πολιτική) και στην πλευρά της προσφοράς (περιορισμοί πανδημίας, διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα, εισαγόμενος πληθωρισμός αύξησης κόστους παραγωγής για την ενέργεια, αυξήσεις τιμών εμπορευμάτων λόγω του πολέμου και της παράτασής του κ.ά.). Όμως σταδιακά, στην παρούσα περίοδο, το βάρος μετατοπίζεται ολοένα και περισσότερο στην προσφορά (πληθωρισμός προσφοράς) γεγονός που σημαίνει ότι α) δρομολογούνται υπό προϋποθέσεις διαδικασίες στασιμοπληθωρισμού και β) η αναδιανομή σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων είναι ακόμα μεγαλύτερη.
– Αναδιανομή εισοδημάτων: Μέσω της πληθωριστικής διαδικασίας γίνεται μια τεράστια αναδιανομή εισοδήματος και πλούτου κυρίως σε βάρος των πλέον ευάλωτων, καθώς τα εισοδήματά τους μένουν στάσιμα ή αυξάνονται με ρυθμό χαμηλότερο του πληθωρισμού, καθώς και σε βάρος μεγάλων τμημάτων της παγκόσμιας περιφέρειας. Στο βαθμό που ο πληθωρισμός προκαλείται από την πλευρά της προσφοράς, με την αύξηση του κόστους και την ταυτόχρονη αύξηση του κέρδους (βλέπε διπλανή σελίδα το άρθρο το Κώστα Μελά) τότε η αναδιανομή παίρνει ληστρική μορφή. Οι εξελίξεις αυτές αναμένεται να έχουν μεγάλη επίδραση στον χάρτη των παγκόσμιων κοινωνικών συγκρούσεων.
Φυσικά η παρούσα κρίση με τη μορφή των πληθωριστικών πιέσεων και των συνεπειών τους πλήττει τα λαϊκά στρώματα αλλά οξύνει και τους αδυσώπητους ενδοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς. Η δύσκολη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει συνολικά η Ευρώπη το τελευταίο διάστημα είναι χαρακτηριστική. Συνεπώς σε αυτές τις διαδικασίες θα έχουμε και μεταξύ των αρχικά ισχυρών χαμένους καθώς και μεγάλα τμήματα κεφαλαίου που οδηγείται σε απαξίωση.
– Ανάγκη λύσεων και περιορισμοί: Η πληθωριστική διαδικασία έχοντας λάβει τη μορφή χιονοστιβάδας δεν μπορεί να μείνει χωρίς αντιμετώπιση. Μόνο που στο «οπλοστάσιο» των υπέρμαχων της λειτουργίας της αγοράς και του «ανταγωνισμού» δεν υπάρχει η λογική του ελέγχου στη διαμόρφωση των τιμών αλλά οι έμμεσες παρεμβάσεις μέσω της νομισματικής πολιτικής, μείωση ρευστότητας και αύξηση των επιτοκίων. Πρακτικά το εργαλείο της παροχής ρευστότητας τρισεκατομμυρίων που χρησιμοποιήθηκε από τις κεντρικές τράπεζες από το 2008 και μετά και με ιδιαίτερη έμφαση στην περίοδο της πανδημίας μέχρι σήμερα, για να σωθούν πρώτα και κύρια οι χρηματιστηριακές αγορές, έπρεπε να έχει αντιστραφεί εδώ και αρκετούς μήνες, κάτι που φυσικά δεν έγινε. Σήμερα οι θιασώτες της ήπιας προσαρμογής στην πολιτική μείωσης της ρευστότητας από πλευράς των κεντρικών τραπεζών βρίσκονται στη δύσκολη φάση της αναγνώρισης ότι χάθηκε πολύτιμος χρόνος και συνεπώς δεν υπάρχουν περιθώρια για αυτή την ήπια προσαρμογή. Απαιτούνται πολύ πιο ριζικές λύσεις, που έχουν όμως και πολλούς κινδύνους και όσον αφορά την ύφεση και όσον αφορά την πορεία των αγορών μετά «το πάρτι με τις ενέσεις ρευστότητας». Φυσικά όλα αυτά σημαίνουν σημαντική αύξηση επιτοκίων όταν υπάρχει ήδη υπερδανεισμός!
– Ύφεση; Στασιμοπληθωρισμός; Ή και τα δύο; Όσο κάποιοι υποβάθμιζαν το πληθωριστικό πρόβλημα εκτιμούσαν ότι μπορεί να ξεπεραστεί με την ήπια προσαρμογή και το ενδεχόμενο της ύφεσης. Όμως η πραγματικότητα πλέον αναδεικνύει ότι χωρίς μέτρα νομισματικής πολιτικής που θα οδηγήσουν σε σημαντικούς περιορισμούς στους ρυθμούς μεγέθυνσης της οικονομίας η κατάσταση όχι μόνο δεν αντιμετωπίζεται αλλά σταδιακά μπορεί να γίνει ανεξέλεγκτη. Αυτό και σε συνδυασμό με τον πόλεμο στην Ουκρανία, που φαίνεται ότι θα είναι μακράς πνοής και όχι ολίγων μηνών, με τα μέτρα κατά της Ρωσίας και τα αντίμετρα από πλευράς της, επιδεινώνει δραματικά το ενεργειακό κόστος και όχι μόνο και εκτινάσσει την πληθωριστική διαδικασία. Άρα σε κάθε περίπτωση απαιτούνται έστω και με αρκετή χρονική υστέρηση «γενναία μέτρα» από πλευράς κεντρικών τραπεζών. Όλο αυτό το μείγμα πολιτικής οδηγεί στο συμπέρασμα ότι βαδίζουμε προς την ύφεση. Για όλο και περισσότερους αναλυτές η ύφεση και η απότομη προσγείωση της παγκόσμιας οικονομίας αποτελεί το βασικό σενάριο. Σενάριο που «προεξοφλείται» από τις αρνητικές εκτιμήσεις / προσδοκίες των επιχειρήσεων για την πορεία τους και των καταναλωτών για τα εισοδήματά τους και την αγοραστική τους δύναμη.
Δυστυχώς όμως το κακό σενάριο δεν τελειώνει εδώ. Η μείωση της ρευστότητας και η αύξηση των επιτοκίων για τον έλεγχο του πληθωρισμού δεν θα είναι βραχύβια. Θα είναι μια παρατεταμένη διαδικασία που θα συνεχιστεί ακόμα και εν μέσω ύφεσης. Διαφορετικά θα έχουμε αναζωπύρωση του πληθωρισμού. Όμως συνέχιση της πολιτικής μείωσης ρευστότητας σε συνθήκες ύφεσης ή έστω σχεδόν μηδενικής μεγέθυνσης θα οδηγήσει κατά πάσα πιθανότητας σε στασιμοπληθωρισμό καθώς η τρέχουσα πληθωριστική διαδικασία, όπως προαναφέραμε, είναι σε ολοένα και μεγαλύτερο βαθμό πληθωρισμός προσφοράς. Στο πλαίσιο μιας τέτοιας ανάλυσης, μετά την ύφεση όλο και περισσότεροι αναλυτές συντάσσονται με την άποψη ότι θα πάμε σε στασιμοπληθωρισμό. Παράλληλα αρκετοί αναλυτές καταλήγουν ότι η ύφεση μπορεί να είναι βαθιά και παρατεταμένη.
– Χρέη και επιτόκια, ο φαύλος κύκλος: Ο δυτικός κόσμος έχει ζήσει, με αφορμή την κρίση του 2008, μια μακρά περίοδο χαμηλών, μηδενικών ή ακόμα και αρνητικών επιτοκίων. Όπως είναι φυσικό σε αυτές τις συνθήκες άνθισε ο δανεισμός που αποτέλεσε ένα από τους κύριους μοχλούς ξεπεράσματος της κρίσης αρχικά και μεγέθυνσης («ανάπτυξης») στη συνέχεια. Έχουμε αναφερθεί πολλές φορές στο δημόσιο χρέος που συνεχώς αυξάνεται και ιδιαίτερα στην περίοδο της πανδημίας ακόμα και για «ενάρετες» χώρες. Το ελληνικό κινείται στο 200% του ΑΕΠ. Το πρόβλημα όμως του παγκόσμιου χρέους ιδιωτικού και δημόσιου μαζί είναι ακόμα μεγαλύτερο καθώς αυτό από 200% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 1999 έχει φτάσει στο 350% τώρα. Η αναγκαία, στο πλαίσιο της νομισματικής πολιτικής, αύξηση των επιτοκίων, που όπως αναφέραμε δεν θα είναι ήπια, αναμένεται να οδηγήσει πολλούς σε κρίση χρέους γεγονός που θα επιδεινώσει την ύφεση χρονικά και ποσοτικά και θα οδηγήσει πολλές πληθυσμιακές ομάδες σε απόγνωση.
– Κρίση, στασιμοπληθωρισμός και αναδιανομή: Είναι προφανές ότι τόσο στο σενάριο της ύφεσης όσο και σε εκείνο του στασιμοπληθωρισμού οι πλέον χαμένοι οικονομικά είναι τα λαϊκά στρώματα. Ύφεση και στασιμοπληθωρισμός σημαίνουν ανεργία και μάλιστα παρατεταμένη σε συνδυασμό με συνέχιση της πληθωριστικής διαδικασίας και μάλιστα σε ένα περιβάλλον με σημαντικές πιέσεις λόγω των πάσης φύσεως οφειλών των ιδιωτών. Πρακτικά αυτά θα καταλήξουν όχι μόνο σε αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου στην τρέχουσα περίοδο αλλά και αναδιανομή του ήδη συσσωρευμένου πλούτου, κάτω και από την πίεση των χρεών. Για μία ακόμα φορά οι λαϊκές μάζες θα πληρώσουν την κρίση για να συνεχίσουν να αυξάνουν τις περιουσίες τους λογιστικά και σε πραγματικούς όρους οι ολίγοι.
– Μια διαφορετική κρίση: Συνεπώς οδεύουμε προς μία διαφορετική κρίση. Η κρίση αυτή φαίνεται ότι θα έχει συνδυαστικά τα χαρακτηριστικά και της κρίσης στασιμοπληθωρισμού των δεκαετιών ‘70-‘80 αλλά και τα χαρακτηριστικά της κρίσης χρέους 2008 και μετά. Ο συνδυασμός των δύο προβλημάτων σε συνθήκες που η νομισματική πολιτική, που αποτελεί στην παρούσα περίοδο του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού το βασικό εργαλείο ρύθμισης του κύκλου της οικονομίας, δεν μπορεί να δώσει την εύκολη λύση με την παροχή ρευστότητας ή το αντίθετο, καθώς επιδεινώνει είτε το ένα είτε το άλλο πρόβλημα, διαμορφώνει «προκλήσεις» τόσο για τους «χαράσσοντες πολιτική» όσο και για τους λαούς που υφίστανται τα αποτελέσματα των αποφάσεών τους.
Κάνοντας μια γενική εκτίμηση της οικονομικής κατάστασης διαπιστώνουμε ότι βρισκόμαστε σε μια νέα μορφή που παίρνει η μακρόσυρτη και ανεπίλυτη συστημική κρίση, που δεν έχει πάψει να επανεμφανίζεται από τη δεκαετία του ’70. Η «λογική» του κεφαλαίου δεν μπορεί να βγάλει τις οικονομίες και τις κοινωνίες από αυτή την κρίση, που είναι συνεχώς επαναλαμβανόμενη διαδικασία. Η ελπίδα κατοικεί στη δύσκολη ανηφορική πορεία που πρέπει να διανύσουν οι λαοί για να γίνουν υπολογίσιμος παράγοντας των εξελίξεων.