Κάπως έτσι είναι η
κατάσταση και στην ελληνική κοινωνία, με τα οικονομικά μέτρα σε βάρος του λαού
και τα επιδοματάκια που δίνει στο τέλος το πολιτικό σύστημα, όπως εκφράζεται
από την εκάστοτε κυβέρνηση.
Επιστρέφουν κλάσμα όσων έχουν υφαρπάξει (σε όσους βγάλουν άκρη με τις
διάφορες «εφαρμογές»)
Το λαϊκό εισόδημα
μειώνεται εδώ και 13 χρόνια. Αρχικά με τα μνημόνια και τις πολιτικές τους, που
συνεχίζονται μέχρι σήμερα, μετά με την παύση λόγω κορωνοϊού, και τώρα με τον
πληθωρισμό. Και ενώ το πολιτικό σύστημα με τις αποφάσεις και τα έργα του έχει
φτωχοποιήσει στο έπακρο τον λαό, έρχεται στη συνέχεια να «διορθώσει» τα κακώς
κείμενα με τη διανομή επιδομάτων που είναι ένα απειροελάχιστο κλάσμα από αυτά
που ήδη έχουν αφαιρέσει, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, από το λαϊκό εισόδημα.
Μόνο το 2022 έχουμε: αρχικά το επίδομα θέρμανσης για τα σπίτια, μετά το επίδομα
καυσίμων για τα οχήματα, τώρα το επίδομα για το ηλεκτρικό ρεύμα και θα
ακολουθήσει νέο επίδομα καυσίμων για να πάει ο λαός στις διακοπές… και στη
συνέχεια βλέπουμε! Σε όλες τις περιπτώσεις, αντί να ληφθούν μέτρα που θα έλυναν
το πρόβλημα του υπέρμετρα αυξημένου κόστους για καύσιμα και ρεύμα, το οποίο σε
μεγάλο βαθμό οφείλεται σε διαχρονικές κυβερνητικές αποφάσεις, επιλέχθηκε η
πολιτική των επιδομάτων – που δεν λύνει κανένα πρόβλημα εκτός, όπως πιστεύει το
εκάστοτε κυβερνών κόμμα, από εκείνο της εικόνας του στο λαό!
Στην παρούσα περίοδο,
ειδικά από χθες, σειρά έχει το επίδομα για τον λογαριασμό του ηλεκτρικού
ρεύματος μέσω της ηλεκτρονικής εφαρμογής «Power Pass». Τα μέσα «ενημέρωσης» δίνουν
οδηγίες με το τι πρέπει να κάνει ο πολίτης για να πάρει την επιδότηση. Οι
πολίτες ψάχνονται πώς θα υποβάλλουν το σχετικό αίτημα ηλεκτρονικά είτε
απευθείας οι ίδιοι: όσοι μπορούν έχοντας τις αναγκαίες γνώσεις, αλλιώς μέσω των
λογιστών (που γενικά τρέχουν και δεν προλαβαίνουν να κάνουν αιτήσεις για κάθε
θέμα στο πλαίσιο ψηφιοποίησης… της ζωής μας, και όχι μόνο των διαδικασιών).
Κανείς φυσικά δεν ασχολείται με το γιατί πρέπει να υποβληθεί το αίτημα, αντί να
φροντίσει η κυβέρνηση την αναδρομική κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής ή τον
ορισμό ενός ορίου (πλαφόν) στην τιμή της κιλοβατώρας. Όμως αυτά είναι «λάθος
προσέγγιση» για ένα πολιτικό σύστημα (όχι μόνο για την παρούσα κυβέρνηση) που
στόχο έχει να αφαιρεί εισόδημα από το λαό με διάφορα μέτρα, και στη συνέχεια να
του «επιστρέφει» ένα πολύ μικρό μέρος με «επιδοματάκια» – φυσικά κάτω από μύριες
προϋποθέσεις, που καταλήγουν σε πολλούς αποκλεισμούς και σε «ψίχουλα» για όσους
τελικά παίρνουν την όποια επιδότηση.
Το «κοινωνικό μέρισμα»
των Σαμαρά-Βενιζέλου, που κατήγγειλε ο κ. Τσίπρας το 2014 ως «πράξη ταπείνωσης
του κάθε πολίτη» το έκανε επίσημη πολιτική του ως κυβέρνηση μετά το 2015. Με τη
σειρά του και ο κ. Μητσοτάκης συνεχίζει την πολιτική των επιδομάτων,
μοιράζοντας ψίχουλα για να κατευνάσει τα πνεύματα και να εξαγοράσει
συνειδήσεις…
Από τους Σαμαρά-Βενιζέλο στον Μητσοτάκη, με βούλα Τσίπρα…
Το σύστημα ξεκίνησε τη
μνημονιακή περίοδο. Μας έκλεβαν με πολιτικές αποφάσεις κατ’ εντολή των
δανειστών, και μας επέστρεφαν ένα ελάχιστο από τα κλεμμένα με τη μορφή των
«αναδρομικών» μετά από δικαστικές αποφάσεις, και με επιδοματάκια. Τα
επιδοματάκια ξεκίνησαν το 2014 από την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου με το επίδομα
που τιτλοφορήθηκε «κοινωνικό μέρισμα». Το «κοινωνικό μέρισμα» που κατήγγειλε ο
κ. Τσίπρας το 2014 ως «πράξη ντροπής, καταισχύνης, ταπείνωσης του κάθε πολίτη»
το έκανε επίσημη πολιτική του ως κυβέρνηση μετά το 2015. Στην περίοδο 2016-2019
ως κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ αξιοποίησε στο έπακρο τη διαδικασία των επιδομάτων με τη
μορφή του «κοινωνικού μερίσματος» σε αντιστάθμισμα για τα αιματηρά
υπερπλεονάσματα που πετύχαινε. Από τη μία ξεζούμιζε τον λαό με τη φορομπηχτική
πολιτική και τις περικοπές σε κοινωνικές δαπάνες, στο πλαίσιο του τρίτου και
χειρότερου μνημονίου, και από την άλλη μοίραζε ψίχουλα από τα υπερπλεονάσματα,
πάνω από τους στόχους των δανειστών, ως επίδομα. Η μέθοδος αυτή προσπάθειας
εξαγοράς συνειδήσεων, πρακτικά της ψήφου των πολιτών, έφτασε στο απόγειό της με
την καταβολή της «13ης σύνταξης» τον Μάιο 2019, λίγες μέρες πριν τις
ευρωεκλογές, σε μία προσπάθεια να γλυτώσει την επερχόμενη συντριβή.
Αφού πλέον είχε και τη
βούλα της «κυβέρνησης της αριστεράς», ο κ. Μητσοτάκης αξιοποιεί τον «θεσμό» των
επιδομάτων σε κάθε θέμα που τον ζορίζει πολιτικά, ώστε να κατευνάσει τα
πνεύματα και να αποδώσει «κοινωνική δικαιοσύνη». Αρνείται να λάβει μέτρα ουσίας
και μοιράζει επιδόματα. Δικαιολογεί δε τη στάση του επικαλούμενος
«επιχειρήματα» για κοινωνική δικαιοσύνη. Ότι δήθεν δηλαδή αν λάβει μέτρα ουσίας
(π.χ. μείωση του ειδικού φόρου στα καύσιμα) θα ωφεληθούν περισσότερο οι έχοντες
και όχι ο απλός λαός. Φυσικά ο κ. Μητσοτάκης, αν και γνωρίζει πολύ καλά τα θέματα,
«ξεχνά» ότι οι έχοντες ακόμα και τη βενζίνη που καταναλώνουν τη χρεώνουν στην
εταιρεία τους. Δεν είναι δαπάνη από το ατομικό τους εισόδημα, που το
αποθησαυρίζουν. Αντίθετα, ο λαός καταναλώνει όλο του το εισόδημα, και δεν του
φτάνει. Συνεπώς η επιβάρυνση με τον ειδικό φόρο κατανάλωσης και όλους τους
έμμεσους φόρους στα λαϊκά στρώματα είναι τεράστια, ενώ η «επιδότηση» των 13
ευρώ μηνιαία για τα καύσιμα αποτελεί καθαρή κοροϊδία.
Δομικό στοιχείο του συστήματος η αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος
Στο πεντάμηνο Ιανουαρίου-Μαΐου
2022 τα φορολογικά έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού είναι αυξημένα κατά 2,9
δισ. ευρώ (16,4%) έναντι του αρχικού στόχου! Δεν έχουν δοθεί αναλυτικά στοιχεία
για τις πηγές της αύξησης, όμως μέχρι τον Απρίλιο τα έσοδα από τον ΦΠΑ ήταν
αυξημένα κατά 755 εκατ. ευρώ. Δηλαδή μέσω του πληθωρισμού αυξάνονται οι έμμεσοι
φόροι και τα έσοδα του Δημοσίου, επιβαρύνοντας κύρια τα λαϊκά στρώματα, τα
οποία καταναλώνουν όλο το εισόδημά τους. Στη συνέχεια έρχεται η κυβέρνηση και
«επιστρέφει» με τη μορφή επιδόματος ένα μέρος από αυτά. Είναι χαρακτηριστικό
των κυβερνητικών σχεδιασμών ότι, όπως αναφέρεται αυτές τις μέρες στον
οικονομικό Τύπο που έχει πρόσβαση σε πληροφορίες, «οι υπερβάσεις των εσόδων θα
χρηματοδοτήσουν τις αποφάσεις της κυβέρνησης για νέο διευρυμένο τρίμηνο πακέτο
επιδοτήσεων».
Από τη στιγμή που η
Ελλάδα μπήκε στη δίνη των μνημονίων, οι πάσης φύσεως διαδικασίες μείωσης του
λαϊκού εισοδήματος με πολιτικές αποφάσεις είναι δομικό στοιχείο του οικονομικού
μας συστήματος. Η διαδικασία αυτή θα συνεχίζεται για πολλά χρόνια στο μέλλον,
καθώς υπάρχει η «πίεση» μέσω του δημοσίου χρέους. Το πολιτικό σύστημα, για να
αντιμετωπίσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια και να βελτιώσει την εικόνα του, εφηύρε τη
λογική των επιδομάτων – που κι αυτά σταδιακά έχουν γίνει δομικό στοιχείο του
ελληνικού οικονομικού συστήματος. Με τα επιδόματα επιστρέφεται ένα πολύ μικρό
μέρος από τα όσα παίρνει το κράτος με τον έναν ή τον άλλον τρόπο από το λαό.
Ταυτόχρονα όμως αποτελούν το άλλοθι για να μην ληφθούν μέτρα που θα
αντιμετώπιζαν την ουσία των προβλημάτων.