Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2019

Οι προοπτικές της Ελληνικής Οικονομίας για το 2019



του Παύλου Δερμενάκη

«ΗΕλλάδα του 2019 είναι μία άλλη χώρα» σε σχέση με την περίοδο 2010-2014 ισχυρίστηκε στις 15/1/2019 ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας κατά τη συζήτηση στη Βουλή για την ψήφο εμπιστοσύνης. Όμως, για μια ακόμα φορά, τόσο αυτός όσο και οι επιτελείς του, απέφυγαν να δώσουν αποδεικτικά στοιχεία για την γενική και αόριστη προπαγάνδα τους. Ακόμα όμως κι όταν δίνουν κάποια νούμερα είναι επιλεκτικά και δεν αποτυπώνουν την οικτρή κατάσταση στην οποία έχουν φέρει, τόσο οι ίδιοι όσο και οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις, την οικονομία και τον λαό.
Συνοπτικά, η κατάσταση της οικονομίας το 2019 και οι προοπτικές της χαρακτηρίζονται από την οριακή βελτίωση κάποιων μεγεθών τα τελευταία δύο χρόνια χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ξεπερνιούνται τα μεγάλα δομικά προβλήματα που είχε η οικονομία και επιδεινώθηκαν δραματικά με τα τρία μνημόνια. Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ παραμένει χαμηλός, ουσιαστικά η οικονομία βρίσκεται σε στασιμότητα σε σχέση με την αποκορύφωση της μείωσης της παραγωγής. Η απόλυτη ανεργία «βελτιώνεται» με την υποκατάσταση θέσεων πλήρους απασχόλησης με μερικής και εκ περιτροπής. Οι όποιες εισροές κεφαλαίων έρχονται για να «πλιατσικολογήσουν» τα υπάρχοντα περιουσιακά στοιχεία του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Ο τουρισμός, συμβάλει μεν στην οικονομία καθώς ο ανοδικός οικονομικός κύκλος στον αναπτυγμένο κόσμο βοήθησε τα προηγούμενα χρόνια, όμως ήδη υπάρχουν τα πρώτα μηνύματα επιβράδυνσης και στην ανάπτυξη παγκόσμια και στον ελληνικό τουρισμό κατ’ επέκταση. Εδώ σταματούν τα όσα «καλά» μπορούμε να αναφέρουμε πως συμβαίνουν, έστω και σε οριακό βαθμό, στην ελληνική οικονομία. Από εδώ και μετά αρχίζει ο έντονος προβληματισμός τόσο για τα ίδια τα μεγέθη της οικονομίας και τη διάρθρωσή της, όσο και για το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον στο οποίο θα κληθεί αυτή να ανταποκριθεί στην «μετά τα μνημόνια» εποχή όπως αρέσκεται να την χαρακτηρίζει η κυβέρνηση. Θα προσπαθήσουμε να καταγράψουμε αυτήν την κατάσταση όπως είναι σήμερα, στις αρχές του 2019, και τις προοπτικές της μέσα από τέσσερα κομβικά θέματα.

Ασταθές και επιδεινούμενο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον

Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, το 2019 είναι έτος καμπής καθώς η παγκόσμια οικονομία εισέρχεται σε περίοδο σημαντικής επιβράδυνσης των ρυθμών ανάπτυξης, ειδικά στην Ε.Ε. Οι προβληματισμοί μάλιστα είναι ιδιαίτερα έντονοι ακόμα και για το 2019 όσον αφορά την «ατμομηχανή», δηλαδή τη Γερμανία.
Παράλληλα, η εφαρμογή των επεκτατικών πολιτικών από τις κεντρικές τράπεζες εξάντλησε τα όρια της, φθάνοντας στο τέλος της. Στις ΗΠΑ τα επιτόκια έχουν ήδη αρχίσει να αυξάνονται στην δε Ευρωζώνη το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ ολοκληρώθηκε με πενιχρά συνολικά αποτελέσματα, όσον αφορά στην αύξηση του ΑΕΠ συγκριτικά με τα 2,6 τρισ. ευρώ που διατέθηκαν ως ρευστότητα και τα μηδενικά επιτόκια επί σειρά ετών. Μπορεί να μην ξεκινήσει η αντίστροφη πορεία άμεσα, καθώς θα προσπαθήσει η ΕΚΤ να «ανακυκλώσει» την ίδια πολιτική, όμως η περίοδος αντιστροφής είναι πλέον κοντά, γεγονός που σημαίνει αύξηση κόστους χρήματος και συνεπώς μεγαλύτερη επιβάρυνση για τους δανειολήπτες πάσης φύσεως (κράτη, επιχειρήσεις, ιδιώτες). Περισσότερα για το θέμα του παγκόσμιου οικονομικού περιβάλλοντος μπορείτε να δείτε στο σχετικό άρθρο του προηγούμενου φύλλου του Δρόμου.
Όλα τα παραπάνω έχουν ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία. Η μεγαλύτερη επιβράδυνση στην Ε.Ε. σημαίνει περιορισμό σταδιακά στις ελληνικές εξαγωγές και στον τουρισμό, καθώς από εκεί αντλούμε τα μεγαλύτερα μερίδια. Άρα, επιβράδυνση στον όποιο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας από εξωγενείς, κατ’ αρχάς, παράγοντες.
Όσον αφορά δε τη ρευστότητα και τα χαμηλά επιτόκια, η Ελλάδα δεν κέρδισε τίποτε όλη αυτήν την περίοδο των μνημονίων, ιδιαίτερα από το 2015 έως και το 2018 με την ποσοτική χαλάρωση, αφού είχε ρητά εξαιρεθεί. Η οποιαδήποτε, όμως, στην πορεία αύξηση του κόστους χρήματος, λόγω αλλαγής στην πολιτική της ΕΚΤ, θα έχει άμεσες αρνητικές επιπτώσεις για τον δανεισμό τόσο του δημόσιου τομέα (εξυπηρέτηση δημόσιου χρέους) όσο και του ιδιωτικού τομέα, που αφορά και το συσσωρευμένο χρέος (κόκκινα δάνεια ή μη) και το νέο χρέος στον βαθμό που θα «υπάρχει»(;) τραπεζική ρευστότητα για επενδύσεις.
Συνοπτικά, η ελληνική οικονομία απέκλινε από το διεθνές οικονομικό περιβάλλον στην περίοδο των μνημονίων και ειδικά στην περίοδο 2015-2018 που σημειώθηκαν παγκόσμια οι υψηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης. Στις περιόδους αυτές όχι μόνο δεν εκμεταλλευτήκαμε το διεθνές περιβάλλον αλλά αντίθετα αποκλίναμε αρνητικά από αυτό. Σήμερα, που το διεθνές περιβάλλον επιβραδύνεται, θα υποστούμε εκ νέου αρνητικές συνέπειες ξεκινώντας από πολύ χαμηλότερη οικονομικά βάση.
Η ελληνική οικονομία έχει πολλά προβλήματα να αντιμετωπίσει την καινούργια χρονιά. Ξεκινάει από απαγορευτικά επιτόκια δανεισμού, δεν έχει πλέον κανένα εργαλείο θετικής παρέμβασης στην ανάπτυξη, οι επενδύσεις συνεχώς μειώνονται μαζί με την αποταμίευση και οι τράπεζες φυτοζωούν.

Υψηλά, απαγορευτικά spread για διεθνή δανεισμό

Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι βγήκαμε από τα μνημόνια. Κάτι τέτοιο μπορεί να το τεκμηριώνει κάποιος όταν μπορεί να δανείζεται για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους με επιτόκια αντίστοιχα με τα υπόλοιπα κράτη της ευρωζώνης. Για την Ελλάδα που «τυπικά» βγήκε από τα μνημόνια ο δρόμος για επιτόκια εκτός μνημονίων είναι ακόμα πάρα πολύ μακρινός. Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχει και το «παρκαρισμένο» κεφαλαιακό απόθεμα των 25 δισ. ευρώ για την κάλυψη των αναγκών εξυπηρέτησης του χρέους μέχρι και το τέλος του 2020.
Στην περίοδο που η χώρα είναι «εκτός μνημονίων» το επιτόκιο δανεισμού για το 10ετές ελληνικό ομόλογο κινείται σε επίπεδα του 4% και πλέον (στις 17/1/2018 στο 4,22%) ύψος «απαγορευτικό» για την πολυδιαφημιζόμενη έξοδο στις αγορές στην παρούσα φάση. Αρχικά, λόγω και της ιταλικής κρίσης προϋπολογισμού που συνέπεσε, τα υψηλά spread αποδόθηκαν σε αυτήν. Το θέμα διευθετήθηκε, τα Ιταλικά επιτόκια αποκλιμακώθηκαν αρκετά, αλλά τα ελληνικά συγκριτικά πολύ λιγότερο. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι αγορές, αποτιμούν τον ελληνικό «κίνδυνο» υψηλά αν και «εκτός μνημονίων» και συνεπώς συνεχίζουν να τιμολογούν ανάλογα τα ελληνικά επιτόκια.
Για να έχουμε μια εικόνα τι σημαίνει «εκτός μνημονίων» από τις αγορές και όχι από τις προεκλογικές κυβερνητικές δηλώσεις προς τους ιθαγενείς: Το 10ετές επιτόκιο στις 17/1/2019 ήταν 4,22% για την Ελλάδα, 1,65% για την Πορτογαλία, 1,37% για την Ισπανία και 2,78% για την Ιταλία, όπου η πρόσφατη κρίση δεν έχει ακόμα ξεπεραστεί πλήρως με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε επίπεδα έως σχεδόν 50% πάνω συγκριτικά με την περίοδο πριν το Μάιο του 2018.
Πρακτικά οι παραπάνω διαφορές 3% περίπου στα επιτόκια για την Ελλάδα, με δεδομένο ότι αυτή θα πρέπει να ανακυκλώνει ετησίως δημόσιο χρέος της τάξης των 30 δισ (λήξεις υποχρεώσεων) με νέο δανεισμό, σημαίνουν αθροιστικά νέα ετήσια επιβάρυνση τόκων στον κρατικό προϋπολογισμό ύψους 1 δισ., όταν για το 2018 η σχετική δαπάνη για το σύνολο του δημόσιου χρέους ήταν 5,6 δισ.
Φυσικά με αυτή την εικόνα ως προς τα επιτόκια από τις διεθνείς αγορές είμαστε σε «συνεχές μνημόνιο» υπό τον αυτόματο έλεγχο των αγορών, και το κόστος θα γίνεται υψηλότερο όσο θα βαδίζει η ΕΚΤ στην απομάκρυνση από την ποσοτική χαλάρωση και στη διαδικασία της αύξησης του κόστους χρήματος.

Χρηματοδότηση ανάπτυξης οικονομίας

Όπως επανειλημμένα έχουμε τονίσει και αποδεικνύεται από μελέτες, οι καθαρές πάγιες επενδύσεις (μετά την αφαίρεση των αποσβέσεων) στην Ελλάδα από το 2011 και μετά είναι αρνητικές. Γιατί οι επενδύσεις δεν γίνονται επειδή το επιθυμεί ή το διατάσσει η κυβέρνηση, πολύ δε περισσότερο αν η ίδια φροντίζει συνεχώς να μειώνει τις δημόσιες επενδύσεις, όπως συμβαίνει τα τρία τελευταία έτη για να πετύχει υπερπλεονάσματα.
Συνεπώς, πρώτο ζητούμενο για να ξεφύγει η χώρα από το τέλμα της στασιμότητας η πραγματοποίηση επενδύσεων, κάτι το οποίο μοιάζει με όνειρο όταν είναι γνωστή η καθίζηση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Θα επενδύσει κάποιος για να «πουλήσει» σε ποια αγορά; και σε ποιον τελικό αγοραστή; Κάπως έτσι καταλήγουμε να θεωρούμε επενδύσεις το «άνοιγμα – κλείσιμο» ψητοπωλείων και χώρων καφέ.
Το δεύτερο ζητούμενο είναι επενδύσεις με ποια και από πού χρηματοδότηση. Ως γνωστόν, τραπεζικό σύστημα για χρηματοδότηση της οικονομίας δεν υφίσταται στην Ελλάδα. Αφ’ ενός υπάρχουν τα κόκκινα δάνεια και η εν γένει προβληματική κατάσταση των τραπεζών, κυρίως όμως δεν υπάρχει αποταμίευση. Η αποταμίευση του ιδιωτικού τομέα από 238 δισ. ευρώ το του Δεκέμβριο 2009 μειώθηκε (-45%) σε 131 δισ. τον Νοέμβρη του 2018. Η μείωση αυτή, εκτός των άλλων, αποτελεί δείγμα της φτωχοποίησης του λαού που αποτελούσε τον «αιμοδότη» του τραπεζικού συστήματος με τις αποταμιεύσεις του, καθώς, ως γνωστόν, για τους «έχοντες» υπήρχαν πάντοτε οι «λύσεις» των καταθέσεων στο εξωτερικό.
Συνεπώς, στην ελληνική οικονομία μετά τα μνημόνια ούτε επενδύσεις γίνονται (είναι ζήτημα αν το 2018 θα ξεπεράσουν το 0% μαζί με τις αποσβέσεις) ούτε φυσικά υπάρχουν αποταμιευτικοί πόροι για χρηματοδότηση της ανάπτυξης. Τα δε εισρέοντα από το εξωτερικό κεφάλαια δεν προορίζονται για νέες παραγωγικές επενδύσεις αλλά για «πλιάτσικο» κερδοσκοπίας στη δημόσια περιουσία και στον ιδιωτικό τομέα σε υποτιμημένα ακίνητα, επιχειρήσεις και δάνεια με υψηλά καλύμματα.

Κατάσταση τραπεζών

Όπως έχουμε επανειλημμένα τεκμηριώσει οι τράπεζες στην Ελλάδα είναι άδεια κουφάρια που απλά φυτοζωούν «τρώγοντας», μαζί με τα funds, τις σάρκες της ελληνικής οικονομίας στο όνομα της εξυγίανσής τους από τα κόκκινα δάνεια. Επί δέκα χρόνια ασχολούνται με τα κόκκινα δάνεια χωρίς να έχουν δώσει την παραμικρή λύση για την οικονομία και τους ίδιους τους δανειολήπτες. Απλά δουλεύουν ως μεσάζοντες, αφενός για να παρατείνουν την αγωνία των δανειοληπτών με ανέφικτες μεσο-μακροπρόθεσμα λύσεις και αφετέρου για να εξυπηρετήσουν τα funds που αγοράζουν δάνεια και καλύμματα προσφέροντας εξευτελιστικές τιμές και κερδοσκοπώντας σε βάρος των δανειοληπτών. Μάλιστα, είναι τόσο μεγάλη η πρόκληση στις εξευτελιστικές τιμές των πωλήσεων που ακόμα και η ίδια η ΕΚΤ υποχρεώθηκε να «βάλει φρένο» σε τέτοιες πωλήσεις. ΕΚΤ, Τράπεζα της Ελλάδος, Κυβέρνηση και Τράπεζες βρίσκονται σε ένα αδιέξοδο όσον αφορά τον τρόπο μείωσης των κόκκινων δανείων σύμφωνα με τις πολιτικές τους. Έτσι, σήμερα, επεξεργάζονται νέα εργαλεία για να μεταφέρουν τις «νέες ζημιές» και πάλι στις πλάτες του λαού, όπως έκαναν με την πρώτη ανακεφαλαιοποίηση. Φυσικά, σε αυτές τις συνθήκες η υποτιμητική κερδοσκοπία καλά κρατεί με τις μετοχές των τραπεζών και το πάρτι που έχει στηθεί και εκεί από τα funds. Αποτελέσματα μείον 57% οι τιμές των τραπεζών το 2018, στην περίοδο μετά την «επιτυχία» στα stress test της EKT έως το τέλος έτους, και επιπλέον μείον 15% για το τρέχον 2019!
Συνεπώς, σε ένα επιδεινούμενο διεθνές περιβάλλον, όταν ήδη ξεκινάμε από υψηλά, απαγορευτικά, επιτόκια δανεισμού και ως οικονομία δεν υπάρχει πλέον κανένα εργαλείο για να παρέμβασης θετικά στην ανάπτυξη, αντίθετα οι επενδύσεις συνεχώς μειώνονται μαζί με την αποταμίευση, η κυβέρνηση μπορεί να λέει ότι θέλει από τα μπαλκόνια και τα κανάλια της προεκλογικής εκστρατείας αλλά η οικονομική πραγματικότητα δεν υπακούει σε αυτά… Και ο επερχόμενος «μεσσίας» που μοιράζει τα δικά του «ρεαλιστικά» καθρεφτάκια κινείται στην ίδια σφαίρα της προσωπικής του φαντασίας και των εντολών έξωθεν χωρίς και αυτός να ασχολείται με την ουσία των προβλημάτων…

Δημοσίευση: Εφημερίδα "Δρόμος της Αριστεράς" Φύλλο 438, 19/01/2019


Πηγή:
 

https://www.e-dromos.gr/oi-prooptikes-tis-ellinikis-oikonomias-gia-to-2019/

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2019

Οι «προκλήσεις» της παγκόσμιας οικονομίας το 2019



Πέντε μεγάλα ζητήματα που αναμένεται να βάλουν πολλές «τρικλοποδιές»

του Παύλου Δερμενάκη


Επισκόπηση 2018


Τ
ο 2018 ήταν μία έντονα αμφιλεγόμενη χρονιά όσον αφορά τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία. Στον τομέα της παραγωγής συνεχίστηκε για μία ακόμα χρονιά η ανάπτυξη με ρυθμό 3,7%. Το παγκόσμιο εμπόριο συνέχισε μεν αυξάνεται αν και με μικρότερο ρυθμό 4,2% έναντι του 2017, που ήταν 5,2%. Ο ρυθμός ανάπτυξης στην ευρωζώνη ήταν στο 2% και στις ΗΠΑ στο 2,9%. Συνολικά για μία ακόμα χρονιά, μετά την κρίση του 2008, η παγκόσμια οικονομία συνέχισε να αναπτύσσεται ικανοποιητικά έχοντας παράλληλα χαμηλά ποσοστά ανεργίας, ιστορικά χαμηλά στην περίπτωση των ΗΠΑ. Η οικονομική αυτή μεγέθυνση συνδυάστηκε με σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής με 4 αυξήσεις επιτοκίων στις ΗΠΑ που επηρεάζουν άμεσα την παγκόσμια οικονομία, το τέλος της ποσοτικής χαλάρωσης (άμεση διάθεση μεγάλης ρευστότητας στην αγορά) από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τη συνέχιση της ποσοτικής χαλάρωσης από την κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας.

Όμως ενώ ο τομέας της παραγωγής – ανάπτυξης κινήθηκε εντός των θετικά προδιαγεγραμμένων πλαισίων και η αρχική εκτίμηση ήταν ότι αντίστοιχα θα κινηθούν και οι χρηματοπιστωτικές αγορές, στις τελευταίες υπήρξαν μεγάλες ανατροπές σε όλη τη διάρκεια του 2018, με ιδιαίτερη έμφαση το τελευταίο τρίμηνο. Ουσιαστικά το 2018 ήταν το χειρότερο έτος όσον αφορά τις επιδόσεις των αγορών από το 2008. Οι αρνητικές επιδόσεις κατά διαστήματα ήταν τόσο έντονες που αρκετοί αναλυτές μιλούσαν για μεταστροφή σε έντονα καθοδικό του ανοδικού κύκλου, καθώς και για σχετικά γρήγορη μεταφορά των κρισιακών φαινομένων από τη χρηματοπιστωτική σφαίρα στην παραγωγή με αποτέλεσμα τη γενίκευση της οικονομικής κρίσης.

Οι αιτίες των μεγάλων αναταράξεων στις χρηματοπιστωτικές αγορές συνδέονται με τις ανισορροπίες που έχουν συσσωρευτεί μετά την κρίση του 2008 και το μεγάλο ανοδικό κύκλο που ακολούθησε, που έχει δημιουργήσει μεγάλες αναντιστοιχίες μεταξύ παραγωγικής και χρηματοπιστωτικής σφαίρας της οικονομίας. Η αφορμή όμως δόθηκε από τον υπό διαμόρφωση παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο, που ξεκίνησε σταδιακά η διοίκηση Τραμπ απέναντι στους μεγάλους εμπορικούς ανταγωνιστές της, κύρια την Κίνα, προκειμένου να κερδίσει, όπως εκτιμά, ένα μέρος από το χαμένο έδαφος στην άμεση παραγωγή αγαθών.
Το 2019 μπήκε στο μεταίχμιο αυτών των έντονων φαινομένων στις αγορές. Η «αντίθεση» ανάμεσα στην ικανοποιητική ανάπτυξη με χαμηλή ανεργία στον αναπτυγμένο κόσμο έναντι των έντονων διακυμάνσεων στις αγορές συνεχίζει να δεσπόζει. Το που θα οδηγηθεί αυτή η αντίθεση θα φανεί στην πορεία του έτους, λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνο τις κινήσεις τακτικής και στρατηγικής των μεγάλων παικτών στον τομέα του παγκόσμιου εμπορικού πολέμου αλλά κυρίως στις επιδράσεις που μπορεί να έχουν οι συνεχείς αναταράξεις στις αγορές στις ευαίσθητες αιτίες των κρισιακών φαινομένων που επιμελώς «κρύβονται» πίσω από την ευημερία των αριθμών.

Οι «προκλήσεις» και τα προβλήματα του 2019

1.    Παγκόσμιος εμπορικός πόλεμος

Οι εξελίξεις στο θέμα αυτό θα παίξουν τον πλέον καθοριστικό ρόλο στην πορεία της παγκόσμιας οικονομίας το 2019 και θα καθορίσουν την είσοδό της σε ύφεση πολύ νωρίτερα από την αναμενόμενη περίοδο, με τα σημερινά δεδομένα.

Η διοίκηση Τραμπ σε μια προσπάθεια τόνωσης του παραγωγικού τομέα της οικονομίας των ΗΠΑ προχωρά στα σταδιακά στην εφαρμογή τεχνικών εμπορικού πολέμου, με την θεσμοθέτηση υψηλών τελωνειακών δασμών και άλλων μέτρων ισοδύναμου αποτελέσματος. Στόχος του Τραμπ η επαναδιαπραγμάτευση σημαντικών οικονομικών συμφωνιών αξιοποιώντας την πολιτική και τη στρατιωτική υπεροχή των ΗΠΑ στην τρέχουσα συγκυρία.

Η πολιτική αυτή που ξεκίνησε με δηλώσεις από τον Τραμπ ότι «ένας εμπορικός πόλεμος κερδίζεται εύκολα», σήμερα δείχνει ότι εγκυμονεί κινδύνους όχι μόνο για τους τρίτους, στους απευθύνονται οι πρακτικές του, αλλά και για τις ίδιες τις ΗΠΑ. Οι έντονοι, ασυνήθιστοι για τα δεδομένα των ΗΠΑ, κλυδωνισμοί στις χρηματοπιστωτικές αγορές τους δείχνουν ότι τελικώς οι εξελίξεις στην οικονομία τους μπορεί να έχουν αντίθετα από τα επιδιωκόμενα από τη διοίκηση Τραμπ αποτελέσματα, και μάλιστα σε «ανύποπτο» χρόνο.

Όλοι όσοι «παίζουν με τη φωτιά» γνωρίζουν πολύ καλά ότι με την αύξηση των δασμών και το συνεπακόλουθο περιορισμό του παγκόσμιου εμπορίου ενεργοποιούν έντονα υφεσιακές δυναμικές στην παγκόσμια αγορά και κατ΄ επέκταση στην πρώτη οικονομία του πλανήτη σήμερα.
Η πρόσφατη «εκεχειρία» ΗΠΑ – Κίνας στην σύνοδο του G-20 (20 μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου) έδωσε ανάσα μόλις μερικών ημερών στις αγορές πριν οι ανησυχίες τις ξαναβυθίσουν. Η έναρξη των σχετικών διαπραγματεύσεων με τη νέα χρονιά και οι σχετικές δηλώσεις από τους εμπλεκόμενους για ομαλή πορεία, έδωσαν ξανά ελπίδες στις αγορές. Όμως αυτή το φορά δεν αρκούν μόνο οι δηλώσεις και οι καλές προθέσεις. Για να «ηρεμήσουν» πραγματικά οι αγορές η συμφωνία στην οποία θα καταλήξουν θα πρέπει να είναι απόλυτα σαφής και χωρίς παρερμηνείες. Κάθε άλλη «ερμαφρόδιτη» λύση θα οδηγήσει σε μεγάλες περιπέτειες τους άμεσα εμπλεκόμενους και μαζί τους την παγκόσμια οικονομία σηματοδοτώντας το τέλος του τρέχοντος ανοδικού κύκλου.

2.   Οικονομική επιβράδυνση το 2019 και τα επόμενα έτη

Την περίοδο 2016-2018 η παγκόσμια οικονομία πέτυχε τους υψηλότερους ρυθμούς στον τρέχοντα οικονομικό κύκλο. Οι εκτιμήσεις – προβλέψεις όλων των οργανισμών συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι από το 2019 και μετά ξεκινά επιβράδυνση χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει ότι μεσοπρόθεσμα, με τα σημερινά δεδομένα, προετοιμάζεται ύφεση. Σε κάθε περίπτωση όμως τα «καλύτερα» είναι πλέον παρελθόν και συνέβησαν σε ένα ευνοϊκό περιβάλλον. Σήμερα με το σύνολο των θεμάτων που αναπτύσσουμε γίνεται κατανοητό ότι το περιβάλλον γίνεται καθημερινά όλο και πιο δύσκολο.

Η θετική επίδραση από τη φορολογική μεταρρύθμιση Τραμπ (μείωση των φορολογικών συντελεστών) και τα δημοσιονομικά ελλείμματα φαίνεται ότι έχει εξαντλήσει την επίδρασή του στην οικονομική ανάπτυξη των ΗΠΑ και πλέον η οικονομία επανέρχεται σε «φυσιολογικούς» ρυθμούς ανάπτυξης γύρω από το 2% στο τέλος έτους 2019 (2,5% για όλο το έτος) ενώ στη συνέχεια αναμένεται να κινηθεί κάτω από αυτό. Αντίστοιχα στην Ευρωζώνη ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται στο 2% ή ακόμα και κάτω από αυτό το 2019 και στη συνέχεια στο 1,5%. Η Ιαπωνία θα κινηθεί γύρω από το 0,9% το 2019 και στη συνέχεια χαμηλότερα.
Η Κίνα αν και έδειξε ενδιάμεσα στο 2018 σημάδια επιβράδυνσης στη βιομηχανική παραγωγή αναμένεται να κινηθεί για το 2019 στο 6,2% με τάση βελτίωσης από το Β΄ τρίμηνο και μετά. Η 7η οικονομία στον κόσμο, η Ινδία αναμένεται να αναπτυχθεί με τον υψηλότερο ρυθμό το 2019, 7,5% και θα διατηρηθεί σε αυτό το επίπεδο και για τα επόμενα δύο έτη
3.   Γερμανική Ευρώπη χωρίς προοπτικές
Η Γερμανοκρατούμενη Ευρώπη βιώνει το τίμημα των επιλογών της μέσω της διαδικασίας στασιμότητας στην οποία φαίνεται ότι μπαίνει σταδιακά. Το αντιλαϊκό πρόσωπο που έχει δημιουργηθεί από την ευρωκρατία σε συνδυασμό με την οργή για τις ανισότητες, που έχουν αρχίσει πλέον και ξεπερνούν κάθε όριο, διαμορφώνουν ένα εκρηκτικό κοινωνικό μείγμα. Οι συνεχιζόμενες κινητοποιήσεις των «κίτρινων γιλέκων» και το «στραπατσάρισμα» της εικόνας του Μακρόν είναι ένα μικρό δείγμα του τι μπορεί να κρύβεται «από τα κάτω». Οι κοινωνικές αυτές συνθήκες συναντώνται το 2019 με τις ευρωεκλογές και την ανάδειξη των οργάνων της ΕΕ. 

Το στίγμα σε αυτές τις εκλογές αναμένεται να το δώσουν κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που αντιστρατεύονται την ευρωκρατία και ανάλογα με τους συσχετισμούς που θα διαμορφωθούν σε εθνικά επίπεδα μπορεί να δημιουργηθούν μεγάλες δυσκολίες στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι σε μια ιδιαίτερα δύσκολη οικονομικά περίοδο. Σε κάθε περίπτωση, λόγω των ευρωεκλογών αναμένεται οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα περιπέσουν στο πρώτο εξάμηνο σε «χειμερία νάρκη», ασχολούμενοι με το διακύβευμα των εκλογών και κυρίως πως θα περισώσουν το εικόνα τους από ένα ενδεχόμενα μεγάλο «στραπατσάρισμα», από το ονομαζόμενο κατ' αυτούς μπλοκ του λαϊκισμού. Το δε δεύτερο εξάμηνο αναμένεται να ασχοληθούν με τη «νομή των εξουσιών» δηλαδή τη σύνθεση των οργάνων. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τη μεταβατική κατάσταση στη Γερμανία λόγω Μέρκελ και την αποδυνάμωση του Μακρόν (με τις παραχωρήσεις στα «κίτρινα γιλέκα» έχει ήδη παραβιάσει το δημοσιονομικό σύμφωνα αλλά οι «θεσμοί» κάνουν τα στραβά μάτια) διαμορφώνουν μια κατάσταση «απραξίας» και «ομφαλοσκόπησης» για την ΕΕ ενώ το οικονομικό κλίμα επιδεινώνεται και παράλληλα «τρέχει» το Brexit στην όποια μορφή του με συνέπειες εκατέρωθεν. 

4.   Τέλος ποσοτικής χαλάρωσης, αυξήσεις επιτοκίων

Την περίοδο της κρίσης του 2008 και μετά οι Κεντρικές Τράπεζες υιοθέτησαν μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας του συστήματος με τον μηδενισμό των επιτοκίων και την προσφορά φθηνού χρήματος (ποσοτική χαλάρωση). Καθώς η οικονομία ανέκαμψε η αμερικάνικη Fed (Κεντρική Τράπεζα) άρχισε από τα τέλη του 2016 να αυξάνει πάλι το κόστος χρήματος. Η δε ΕΚΤ θεωρεί ότι με το τέλος του 2018 ολοκληρώθηκε το σχετικό πρόγραμμα που «έτρεξε» από το 2015. Όμως οι αγορές φαίνεται να έχουν εθιστεί στα μηδενικά επιτόκια και συνεπώς αντιδρούν σε αυτή την αλλαγή πολιτικής. Οι κινήσεις που οφείλουν να κάνουν σε βάθος χρόνου οι κεντρικές τράπεζες είναι η σταδιακή αύξηση των επιτοκίων αλλά και η μείωση των ισολογισμών τους, με τη διάθεση στην αγορά των τίτλων που έχουν συσσωρεύσει μέσω αγορών στην περίοδο της διάθεσης ρευστότητας. Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος μόνο η ΕΚΤ έχει συσσωρεύσει 2,6 τρισ. ευρώ.

Οι αλλαγές αυτές ακόμα και αν γίνουν σταδιακά και με το μεγαλύτερο «τακτ» δεν μπορεί να αφήσουν ανεπηρέαστες τις αποτιμήσεις και την πορεία των αγορών. Συνεπώς ενώ αρχίζει να δυσκολεύει το οικονομικό κλίμα, όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη, οι κεντρικές τράπεζες βρίσκονται πλέον στα όριά τους, ή ακόμα και εκτός αυτών, όσον αφορά τις δυνατότητες παρέμβασης με τα μέχρι τώρα γνωστά, αντισυμβατικά εργαλεία σε συνθήκες κρίσης. Συνεπώς και από αυτή την πλευρά οι μελλοντικές εξελίξεις θα είναι κρίσιμες όχι μόνο το 2019 αλλά και στη συνέχεια σχετικά με το μέγεθος της κρίσης όταν θα έλθει και κυρίως με τι εργαλεία θα αντιμετωπιστεί.
Η όλη εξέλιξη με τις αυξήσεις επιτοκίων, με την συνεπακόλουθη ενίσχυση της συναλλαγματικής ισοτιμίας των νομισμάτων αυτών, επιδρά ιδιαίτερα αρνητικά στις αναδυόμενες αγορές καθώς έχουν δανειστεί σε δολάρια κυρίως και συνεπώς επιβαρύνονται διπλά και με τα αυξημένα επιτόκια και με την ενίσχυση της ισοτιμίας του δολαρίου.

5.   Το δυσθεώρητο ύψος των ευρωπαϊκών παραγώγων και ο κίνδυνος «ατυχήματος».

Στα θεμέλια του τραπεζικού συστήματος της ΕΕ υπάρχει τοποθετημένη μια ωρολογιακή βόμβα... και αναμένει τις ανάλογες συνθήκες με την «ιστορία» της Lehman Brothers. Πρόκειται για παράγωγα / σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα που ξεπερνούν το 25% της παγκόσμιας αγοράς. Το πλέον ανησυχητικό στοιχεία για αυτά είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, το 75% των συμβολαίων αυτών βρίσκονται στα χαρτοφυλάκια των γαλλικών και των γερμανικών τραπεζών. Από αυτά τα 6,8 τρισ. ευρώ χαρακτηρίζονται ως "τοξικά". Για να έχουμε μια αίσθηση του μεγέθους ο όγκος αυτός είναι κατά 12 φορές μεγαλύτερος από τα «κόκκινα δάνεια» στο σύνολο των ευρωπαϊκών τραπεζών. Ειδικά ένα μεγάλο μέρος από αυτά έχουν αποτυπωθεί στους ισολογισμούς των τραπεζών με τιμές οι οποίες δεν προέρχονται από την αγορά, αλλά από μαθηματικούς τύπους που έχει «δημιουργήσει» η κάθε τράπεζα. Δηλαδή ένας τεράστιος όγκος χρηματοοικονομικών προϊόντων προσδιορίζεται όσον αφορά τις «αξίες» του με τον πλέον αυθαίρετο, υποκειμενικό, τρόπο παραπέμποντας σε αντίστοιχες καταστάσεις με την Lehman Brothers. Και το πλέον παράδοξο, στα πρόσφατα stress test η ΕΚΤ αντιμετώπισε χωρίς αμφισβήτηση τις αξίες αυτών των στοιχείων!!!!

Οι κίνδυνοι που εγκυμονεί μια τέτοια κατάσταση, όχι μόνο για τις συγκεκριμένες τράπεζες αλλά για όλη την ΕΕ, σε περίπτωση μεγάλης κρίσης στις αγορές χρήματος και κεφαλαίου είναι προφανείς.

Συμπερασματικά: Η παγκόσμια οικονομία το 2019 δείχνει σημεία «κόπωσης» μετά από μια δεκαετία ανόδου μετά την κρίση του 2008. Παράλληλα υπάρχουν μια σειρά εγγενείς αδυναμίες, δύσκολα ελεγχόμενες, που μπορούν να επιδεινώσουν υπό προϋποθέσεις την κατάσταση και να την οδηγήσουν σε συνθήκες πολύ δυσμενέστερες σε σχέση με τις κρίσεις που γνωρίσαμε στο παρελθόν. Επιπλέον δε αυτών υπάρχουν και τα «παιγνίδια με τη φωτιά», όσον αφορά τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο που διαμορφώνει η διοίκηση Τραμπ. Το «εκρηκτικό» αυτό μείγμα θα ξεκαθαριστεί εντός του 2019 προς τα που θα κινηθεί. Αν δηλαδή θα οδηγηθεί η παγκόσμια οικονομία σε συνθήκες βίαιης χρηματοπιστωτικής κρίσης και ύφεσης στη συνέχεια ή θα εξομαλυνθεί επί του παρόντος η κατάσταση και θα περάσει σε συνθήκες ύφεσης αργότερα, με ενδεχόμενα πιο ομαλό και ελέγξιμο τρόπο.

Δημοσίευση: Εφημερίδα "Δρόμος της Αριστεράς" Φύλλο 437, 12/01/2019


Πηγή:
  
Οι «προκλήσεις» της παγκόσμιας οικονομίας το 2019 | Δρόμος της Αριστεράς


Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2019

Η απάτη του κρατικού προϋπολογισμού 2019



Ο κρατικός προϋπολογισμός του 2019, αν και «αντιμνημονιακός» κατά την κυβέρνηση, περιλαμβάνει όλες τις δεσμεύσεις των μνημονίων. Παρά τα «φτιασιδώματα» των προεκλογικών «παροχών» είναι αντιλαϊκός και αντιαναπτυξιακός

του Παύλου Δερμενάκη


Συζητείται αυτές τις μέρες στη βουλή (αρχές Δεκέμβρη 2018) ο κρατικός προϋπολογισμός 2019. Παρά τα όσα επικαλούνται τα κυβερνητικά στελέχη ότι πρόκειται για «τον πρώτο μεταμνημονιακό προϋπολογισμό», «προϋπολογισμό χωρίς μέτρα λιτότητας», «με θετικά μέτρα ελάφρυνσης της κοινωνικής πλειοψηφίας» «με δημοσιονομική επέκταση», «ακύρωση του μέτρου της περικοπής και όχι αναστολή του μέτρου της περικοπής των προσωπικών διαφορών σε κύριες και επικουρικές συντάξεις» κ.λπ., μια απλή ανάγνωση σε βάθος των μεγεθών του, σε συνδυασμό με την κατάσταση της οικονομίας και του λαού, αποδεικνύουν πως για μία ακόμα φορά η κυβέρνηση στήνει ένα ακόμα επικοινωνιακό σώου στο πλαίσιο της προεκλογικής περιόδου που έχει ανοίξει. Στο παρόν άρθρο δεν θα αναλύσουμε συνολικά τον προϋπολογισμό που είναι αντίστοιχος με τους προηγούμενους αλλά θα επισημάνουμε μια σειρά ψεύδη της κυβέρνησης καθώς και τα προβλήματα που δημιουργεί στην οικονομία.

Οι ψευδεπίγραφες δηλώσεις της κυβέρνησης

Ο προϋπολογισμός μόνο τυπικά είναι «μεταμνημονιακός» με την έννοια ότι δεν υπάρχει μνημόνιο νομικά. Όμως οι δεσμεύσεις που ανέλαβε η παρούσα κυβέρνηση στην διάρκεια του τρίτου μνημονίου είναι όλες ενεργές και εφαρμόζονται τυπικότατα. Άρα δεν μπορούμε να λέμε για μεταμνημονιακό προϋπολογισμό, αφού ακολουθεί όλους τους κανόνες των μνημονίων. Οι επιμέρους ελαφρύνσεις που παρουσιάζει η κυβέρνηση κινούνται εντός των ορίων των μνημονιακών πολιτικών, και προέρχονται αποκλειστικά από το συνεχώς διογκούμενο υπερπλεόνασμα που επιδεινώνει την κατάσταση της οικονομίας.
Φυσικά δεν έχει νέα μέτρα λιτότητας, αφού δεν χρειάστηκε να νομοθετηθεί κάτι τέτοιο, μετά από ένα Αρμαγεδδώνα φορομπηχτικών μέτρων κατά τα τέσσερα τελευταία έτη από την παρούσα κυβέρνηση. Επιπλέον δε υπάρχουν και μέτρα προς εφαρμογή που διασφαλίζουν την επίτευξη των στόχων. Όμως αυτά δεν εμποδίζουν να αυξηθούν ξανά οι φόροι και μάλιστα των ασθενέστερων στρωμάτων. Οι φόροι είναι περισσότεροι κατά 1 δισ. συγκριτικά με το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα Ιουνίου 2018 και προέρχονται από τα λαϊκά στρώματα (700 εκ. από κατανάλωση, 200 εκ. από τα φυσικά πρόσωπα και μόλις 160 εκ. από τα νομικά πρόσωπα τα κέρδη των οποίων συνεχώς ανεβαίνουν σε ψηλότερα επίπεδα). Τυπικά όμως υπάρχει ένα νέο μέτρο. Πρόκειται για τον ΕΝΦΙΑ. Στο όνομα της μιας ελάχιστης μείωσης της τάξης του 10% για τα φτωχότερα στρώματα ουσιαστικά μονιμοποίησαν των ΕΝΦΙΑ για όλα τα ακίνητα των ιδιωτών, χωρίς να εξαιρείται κανένας, μέχρι το 2060! Αυτό είναι ένα ακόμη μνημονιακό μέτρο από την κυβέρνηση που εκλέχτηκε το 2015 με κεντρικό σύνθημα «ο ΕΝΦΙΑ δεν διορθώνεται, καταργείται».
Στο πλαίσιο της προεκλογικής παροχολογίας της κυβέρνησης υπάρχουν κάποια κοινωνικά μέτρα στήριξης των πλέον αδύναμων. Όμως ούτε ο χαρακτήρας τους ούτε το ύψος τους καθορίζουν τον κρατικό προϋπολογισμό. Πρόκειται για επιμέρους μέτρα αναδιανομής της φτώχειας μεταξύ αυτών «που οριακά βρίσκονται πάνω από το όριο της φτώχειας και των οριστικά φτωχών». Αυτές οι κοινωνικές δαπάνες όχι μόνο δεν αυξάνονται αλλά μειώνονται σε οριακά επίπεδα σε σχέση με το σύνολο του προϋπολογισμού δαπανών. Ειδικότερα οι κοινωνικές παροχές στο Ισοζύγιο Γενικής Κυβέρνησης μειώνονται από 2,4 δισ. στο μεσοπρόθεσμο σε 1,7 δισ. στον προϋπολογισμό 2019 (-30%). Μπορεί να εμφανίζονται αυξημένες συγκριτικά με τον προϋπολογισμό 2018 κατά 500 εκ. αυτά αφορούν το επίδομα ενοικίου (400 εκ. και άλλα μικροποσά) που είναι αναγκαία για το λαό, αλλά ούτε λύνουν το πρόβλημα ούτε διαμορφώνουν «κοινωνικό πρόσωπο» καθώς αντιστοιχούν μόλις στο 2,9%(!) σε ένα προϋπολογισμό 59 δισ. ευρώ.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι ο προϋπολογισμός είναι σχεδιασμένος για δημοσιονομική επέκταση. Το ερώτημα είναι από που το ανακάλυψε; Ένας προϋπολογισμός που έχει έσοδα 53 δισ. και συνολικά έξοδα 57,8 δισ. από τα οποία τα 6,6 δισ. είναι τόκοι για το δημόσιο χρέος και παράλληλα έχει πρωτογενές πλεόνασμα 7 δισ. όχι μόνο δεν προσφέρει δημοσιονομική επέκταση αλλά συνεχίζει στη μνημονιακή λογική να συρρικνώνει τις δημόσιες δαπάνες που κατευθύνονται στο εσωτερικό της χώρας για να εξυπηρετεί τους δανειστές.
Όσον αφορά την «ακύρωση» του μέτρου της περικοπής των παλαιών συντάξεων και όχι την «προσωρινή αναστολή» του μέτρου προς «άγρα ψήφων» είναι για «γέλια». Ας μας παρουσιάσουν το νόμο που καταργήθηκε η σχετική διάταξη και έτσι δεν θα επανέλθει μαζί με τη μείωση του αφορολόγητου, κυρίως για τα λαϊκά στρώματα στα 5.600 ευρώ, από 1/1/2020. Δυστυχώς στην προσπάθεια τους να κάνουν το μαύρο άσπρο δεν έχουν κανένα ενδοιασμό.
Στον προϋπολογισμό δεν υπάρχουν νέα μέτρα λιτότητας αφού αυτά έχουν νομοθετηθεί κατά κόρον τα τέσσερα τελευταία χρόνια. Την ίδια στιγμή όμως οι φόροι είναι περισσότεροι κατά 1 δισ. συγκριτικά με το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα Ιουνίου 2018 και προέρχονται από τα λαϊκά στρώματα. Παράλληλα οι κοινωνικές παροχές μειώνονται από 2,4 δισ. στο μεσοπρόθεσμο σε 1,7 δισ. στον προϋπολογισμό 2019 (-30%). Όσον αφορά την «ακύρωση» του μέτρου της περικοπής των παλαιών συντάξεων, αυτό είναι μόνο στα λόγια αφού νόμος όπου υπάρχει η κατάργηση του μέτρου δεν υφίσταται
 Το έγκλημα με τα υπερπλεονάσματα
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. μιμούμενη τη τακτική Σαμαρά έχει ανάγει σε προσωπική της πατέντα τα «υπερπλεονάσματα». Τα «αξιοποιεί» για να δίνει ψίχουλα στους ιθαγενείς που θα μπορέσουν να ενταχθούν στα αυστηρά κριτήρια που θέτει, τα οποία έχουν σαν αποτέλεσμα να αποκλείεται πάνω από το 40% των εξαθλιωμένων λαϊκών στρωμάτων. Επίσης αξιοποιεί το υπερπλεόνασμα και στη λογική της ελεημοσύνης, οργανώνει δράσεις (κουπόνια, συσσίτια κ.λπ.) που δεν καταπολεμούν τις βαθύτερες αιτίες της φτωχοποίησης, αντίθετα τη διαιωνίζουν.
Σύμφωνα με δημοσιευμένα πρόσφατα στοιχεία προκύπτει ότι για κάθε 1 δισ. υπερπλεόνασμα η αρνητική του επίδραση στο ΑΕΠ είναι μείον 1,5 έως 1,7 δισ. Δηλαδή η κυβέρνηση μοιράζει κοινωνικό μέρισμα που προέρχεται από την αφαίμαξη της οικονομίας και μειώνει την παραγωγική δυνατότητα της χώρας. Ενώ όμως η διανομή του υπερπλεονάσματος αφορά μόνο τον τρέχοντα χρόνο η αρνητική επίπτωση στην παραγωγή είναι σωρευτική-πολλαπλασιαστική και αφορά το τρέχον αλλά και τα επόμενα έτη. Ουσιαστικά η κυβέρνηση με τα υπερπλεονάσματα κανιβαλίζει την οικονομία συνολικά.
Φυσικά αυτό το κοινωνικό μέρισμα όπως επανειλημμένα έχουμε δείξει, προκύπτει παραπάνω από τη νέα αύξηση των φόρων, το πληρώνουν τα λαϊκά στρώματα με τις πάσης φύσεως επιβαρύνσεις. Μας ξεζουμίζει η κυβέρνηση επί 12 μήνες για να φτάσει στο υπερπλεόνασμα και μετά μας «επιστρέφει» ένα κλάσμα της τάξης του 10-15% από αυτά τα κλεμμένα. Επί της ουσίας συζητάμε για λογικές ελεημοσύνης αντί για οργανωμένες πολιτικές στήριξης των λαϊκών στρωμάτων με ένα πολυετές ουσιαστικό σχέδιο που τα βγάζει από τη φτώχεια. Με αυτές τις κυβερνητικές πρακτικές διαχρονικά αυξήθηκε η φτώχεια στη χώρα. Σύμφωνα με την Eurostat η φτώχεια στην Ελλάδα αυξήθηκε από το 20% του πληθυσμού το 2008 στο 46,3% το 2017. Αυτό λέγεται «κοινωνική πολιτική» κυβέρνησης Τσίπρα.
Οι δανειστές είναι εξασφαλισμένοι 
Εάν ίσχυαν οι ισχυρισμοί της κυβέρνησης οι δανειστές θα είχαν κάθε λόγο να ανησυχούν και να πιέζουν στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής εποπτείας που έχει αποδεχθεί και υπογράψει η κυβέρνηση. Όμως αντί για ανησυχίες είδαμε με συνοπτικές διαδικασίες έγκριση του προϋπολογισμού από τους θεσμούς. Επειδή φυσικά, όπως μας έδειξαν εννιά χρόνια δεν είναι γαλαντόμοι για το λαό μας αλλά πιέζουν μέχρις εσχάτων για την πλήρη λεηλασία της χώρας, η θετική τους άποψη για τον προϋπολογισμό 2019 σημαίνει ότι τα συμφέροντά τους είναι διασφαλισμένα.
Πρακτικά η πλέον μνημονιακή, εθελόδουλη κυβέρνηση έχει ικανοποιήσει σε όλα τις απαιτήσεις τους για το 2019 και συνεπώς της έδωσαν περιθώριο για το συνταξιοδοτικό και τα επιμέρους κοινωνικά μέτρα που είναι «σταγόνα στον ωκεανό». Αυτοί και οι λοιποί δανειστές θα εισπράξουν 6,6 δισ. τόκους (το 11,5% των δαπανών) ενώ παράλληλα έχουν εξασφαλισμένες τις απαιτήσεις τους με το υπερταμείο αλλά και τους ψηφισμένους με δυνατότητα άμεσης εφαρμογής «αυτόματους σταθεροποιητές» της οικονομίας α) το δημοσιονομικό κόφτη, β) τη μείωση των συντάξεων, γ) τη μείωση του αφορολόγητου.
Συνεπώς οι λεγόμενοι θεσμοί υπό αυτές τις συνθήκες δεν έχουν κανένα πρόβλημα με τον προϋπολογισμό 2019.
Οι παραγωγικές επενδύσεις του κ. Φλαμπουράρη
Μία καταγέλαστη δήλωση από έναν «ειδικό» της οικονομίας. Από το 2016 μας βομβαρδίζουν συνεχώς για τεράστια αύξηση των «ξένων άμεσων επενδύσεων» στη χώρα, για παραγωγικές επενδύσεις και άλλα ευτράπελα. Η ανάλυση των στοιχείων δείχνει ακριβώς το αντίθετο. Η δε αύξηση των «ξένων άμεσων επενδύσεων» είναι στην ουσία πλιάτσικο στον παραγωγικό ιστό της χώρας, κύρια του δημόσιου τομέα, αλλά και του ιδιωτικού καθώς και στην προσωπική περιουσία των ιδιωτών, όλα αυτά με την αμέριστη βοήθεια των τραπεζών. Η αποκάλυψη πρόσφατα του σκανδάλου Παπαευαγγέλου της Jumbo μας έδειξε πως λειτουργούν αυτοί οι μηχανισμοί. Ότι τα εισερχόμενα χρήματα κατά μεγάλο μέρος επιστρέψουν στις τσέπες των αγοραστών εξωτερικού. Αυτή είναι η ανάπτυξη της εποχής ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. για τη χώρα.
Αυτό επιβεβαιώνουν και οι ισχνοί ρυθμοί ανάπτυξης συνολικά καθώς μετά από 12 χρόνια και αφού το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 28% (-68 δισ.) έως το 2016 έχει βελτιωθεί μόλις κατά 11 δισ. από τότε και αυτό υπό την προϋπόθεση ότι θα επιτευχθούν οι στόχοι, καθώς όλα τα χρόνια σημειώνεται μεγάλη υστέρηση μεταξύ αρχικών κυβερνητικών ανακοινώσεων και τελικών στοιχείων ΕΛ.ΣΤΑΤ.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Eurobank οι καθαρές επενδύσεις παγίων για την ελληνική οικονομία (νέες επενδύσεις μείον αποσβέσεις) μειώνονται συνεχώς επί 7 έτη (2011-2017). Δηλαδή οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίων ήταν μονίμως χαμηλότερες από τις αντίστοιχες αποσβέσεις. Αυτή η κατάσταση έχει δημιουργήσει ένα επενδυτικό κενό μείον 68 δισ. συγκριτικά με το 2011. Συνεπώς οι επενδύσεις συρρικνώνονται στην ελληνική οικονομία, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη ότι επίσης ένα μεγάλο μέρος των επενδύσεων δεν λειτουργεί καθόλου ή υπό-απασχολείται, με αποτέλεσμα οι αξιοποιούμενες τελικά επενδύσεις να είναι ακόμα πιο κάτω. Παρ’ όλα αυτά η κυβέρνηση θεωρεί ότι έχουμε «ανάπτυξη» και γι’ αυτό περιορίζει το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) 2019 κατά 250 εκ. συγκριτικά με το προσχέδιο προϋπολογισμού (Οκτωβρίου 2018). Αν λάβουμε υπόψη ότι το ΠΔΕ α) είναι ουσιαστικά στάσιμο εδώ και τρία χρόνια και β) μεγάλο μέρος των δαπανών του δεν συμβάλουν στην αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων αλλά είναι προγράμματα κοινωνικής απασχόλησης για κοινωφελείς σκοπούς, κατανοούμε την πλήρη υποβάθμισή του ως αναπτυξιακό εργαλείο.
Σύμφωνα με το προϋπολογισμό ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου (χωρίς να έχουν αφαιρεθεί οι αποσβέσεις για να δείχνουν τα νούμερα μεγαλύτερα) εκτιμάται πως θα αυξηθεί το 2019 με ρυθμό 11,9%. Αντίστοιχη ήταν η πρόβλεψη για το 2018 και τελικά θα πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι αν η αύξηση ξεπεράσει τελικά το 0, η κυβέρνηση προβλέπει 0,8%!
Με αυτά τα δεδομένα ο κ. Φλαμπουράρης και η κυβέρνηση υπόσχονται για μία ακόμα χρονιά «καθρεφτάκια» ήτοι «παραγωγικές επενδύσεις. Καλό θα ήταν να μας που σε ποιους τομείς και κλάδους, με ποιο σχεδιασμό και με ποια τραπεζική χρηματοδότηση όταν είναι γνωστά τα «μαύρα χάλια» των τραπεζών. Παράλληλα να λάβουμε υπόψη ότι όσες ελληνικές επιχειρήσεις αντέχουν στον ανταγωνισμό μεταφέρουν την έδρα τους τα τελευταία χρόνια σε αναπτυγμένες χώρες στο εξωτερικό (ας θυμηθούμε ΦΑΓΕ, Βιοχάλκο, S&B Βιομηχανικά Ορυκτά, η Coca Cola-3E και προσφάτως η Τιτάν).

Δημοσίευση: Εφημερίδα "Δρόμος της Αριστεράς" Φύλλο 434, 15/12/2018


Πηγή:
  

Η απάτη του προϋπολογισμού | Δρόμος της Αριστεράς