Η λογική του «λεφτά υπάρχουν» διαπερνάει το οικονομικό πρόγραμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης
του Παύλου Δερμενάκη
Εδώ και πολλούς μήνες το πολιτικό
σύστημα βρίσκεται σε μια μεγάλης διάρκειας, άτυπη προεκλογική περίοδο που
μπορεί να διαρκέσει μέχρι τον προσεχή Οκτώβριο. Στην περίοδο αυτή η μεν
κυβέρνηση προσπαθεί, με στόχο την ανάκαμψη των χαμηλών δημοσκοπικών ποσοστών
της, να βελτιώσει με κάθε τρόπο το, λόγω μνημονιακής μετάλλαξης, «αγρίως
στραπατσαρισμένο» φιλολαϊκό, προοδευτικό, αριστερό προφίλ που είχε στην
εκλογική αναμέτρηση Ιανουαρίου 2015. Η
δε ΝΔ, με επικεφαλής σε αυτή την περίοδο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, προσπαθεί να
πείσει ότι αποτελεί την πολιτική δύναμη που με την άνοδό της στην κυβέρνηση ως
«δια μαγείας» θα αλλάξει τα πάντα στην οικονομία και όλα θα «δουλεύουν ρολόι».
Η εικόνα της ΝΔ, τηρουμένων των αναλογιών με τις εκλογές Ιανουαρίου 2015, είναι
αντίστοιχη με εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ της τότε εποχής. Ο ΣΥΡΙΖΑ τότε υποσχόταν τα
πάντα, χωρίς να παρουσιάζει πρόγραμμα πως θα γίνουν, με ποια εργαλεία και που
θα βρεθούν οι πόροι. Απλά ζητούσε την ψήφο των πολιτών. Αυτή αρκούσε για να μας
απαλλάξει από τα μνημόνια, μέσω μιας διαπραγμάτευσης, που μόνο αυτός ήταν
ικανός να κάνει, η οποία θα είχε οπωσδήποτε θετικό αποτέλεσμα... Τα
αποτελέσματα αυτής της «πολιτικής προσπάθειας», χωρίς λαϊκό κίνημα και χωρίς
πρόγραμμα, έφεραν το 3ο μνημόνιο και επέκταση μιας «άτυπης»
μνημονιακής λογικής μέχρι το 2060!!!
Παρακολουθώντας την ΝΔ και τον Κ.
Μητσοτάκη φαίνεται να βαδίζουν στην παρούσα περίοδο στα ίδια «χνάρια».
Υποσχέσεις οι οποίες, όσο περνά ο καιρός και η προεκλογική μάχη «φουντώνει»,
τόσο αυξάνονται χωρίς όμως να εμφανίζουν, όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ το 2014-2015, το
αναγκαίο υποστηρικτικό «υλικό». Για να γίνει απόλυτα κατανοητή αυτή η
προσέγγιση θα δούμε στην παρούσα ανάλυση το θέμα των επενδύσεων στην ελληνική οικονομία,
στο οποίο δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα η ΝΔ. Σε επόμενα άρθρα άρθρα θα δούμε τα
λοιπά επιμέρους βασικά στοιχεία του προγραμματικού λόγου της ΝΔ.
Υποσχέσεις για επενδύσεις
Ο Κ. Μητσοτάκης υπόσχεται επενδύσεις οι οποίες θα προέλθουν κύρια από το εξωτερικό. Στο πλαίσιο αυτό, το τελευταίο διάστημα, συζητά είτε κάνει ταξίδια για να προσεγγίσει επιχειρηματίες από Ρωσία, Γερμανία ΗΠΑ κ.λπ. Μιλά για επενδύσεις, θεωρώντας ως αναγκαία και ικανή προϋπόθεση τη νίκη της Ν.Δ. στις προσεχείς εκλογές. Η λογική του είναι «απλή»: σε συνάντηση με εκπροσώπους Γερμανικών εταιρειών προσδιόρισε ότι «η νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις επερχόμενες εθνικές εκλογές θα εξαλείψει την πολιτική αβεβαιότητα στη χώρα (country risk) και θα καταστήσει την Ελλάδα ασύγκριτα πιο ελκυστική για άμεσες ξένες επενδύσεις». Άρα, ψηφίστε μας και οι επενδύσεις έρχονται…
Τα «μέτρα» για την πραγματοποίηση των επενδύσεων
Στα υλικά του 12ου Συνεδρίου της Ν.Δ. υπάρχει κάποια «διαφωτιστική πληροφόρηση» για το πώς θα βελτιωθεί το οικονομικό κλίμα, προκειμένου να γίνουν νέες επενδύσεις. Εκεί λοιπόν μας πληροφορούν ότι «άμεσα»:
α) Θα μειωθεί ο φορολογικός συντελεστής στα κέρδη, από 29% σε 20%,
β) Θα μειωθεί ο φορολογικός συντελεστής στα διανεμόμενα μερίσματα από 15% σε 5%. Ήδη η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προχωρά με «ντροπολογία» στη μείωση του συντελεστή στο 10%, ως προαπαιτούμενο από τους θεσμούς.
γ) Θα αυξηθεί το όριο υπαγωγής στο ΦΠΑ από 10.000 σε 25.000 ευρώ. Το μέτρο αφορά μικρές ελληνικές επιχειρήσεις. Ενδεχόμενα θα φέρει πολύ περιορισμένα αποτελέσματα, καθώς το ύψος της επένδυσης για τέτοιον κύκλο εργασιών θα είναι σημαντικό και δεν υπάρχουν πλέον, μετά από εννιά χρόνια κρίσης και μνημονίων, ούτε προσωπικά-οικογενειακά αποθέματα, ούτε φυσικά χρηματοδότηση από το τραπεζικό σύστημα.
δ) Θα θεσπιστούν νέα φορολογικά κίνητρα για τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούν επενδύσεις. Μεταξύ των κινήτρων είναι και η ενίσχυση του προγράμματος Golden Visa σε αλλοδαπούς τρίτων χωρών για επενδύσεις. Ο σχετικός νόμος θεσπίστηκε το 2013, επί κυβέρνησης Σαμαρά. Να θυμίσουμε ότι η Ελλάδα έχει το «οικονομικότερο πρόγραμμα» Golden Visa σε όλη την Ε.Ε., χωρίς να υπάρχουν αποτελέσματα παραγωγικών επενδύσεων. Εξαιρείται το «πλιάτσικο» που έχει στηθεί με ντόπιους μεσάζοντες (π.χ. υπόθεση αντιπροέδρου Jumbo με Κινέζους) στα ακριβά ακίνητα μέσω πλειστηριασμών και στα μεσαία ακίνητα σε επιλεγμένες περιοχές, λόγω της δραματικής πτώσης των τιμών. Σημειώνουμε η «επένδυση» κάποιου από τρίτη χώρα σε ακίνητο πάνω από 250.000 ευρώ του δίνει και πενταετή Visa, ελληνικό διαβατήριο.
ε) Ευνοϊκότερη φορολόγηση των αγροτικών συλλογικών σχημάτων με συντελεστή 10%. Αυτό είναι το μόνο μέτρο που μπορεί να αποδώσει κάποιους περιορισμένους «καρπούς». Όμως και εδώ υπάρχουν άλλα προβλήματα (νοοτροπία, αρνητικά παραδείγματα με συνεταιρισμούς κ.λπ.) που έχουν ανασταλτικά αποτελέσματα σε τέτοιες προσπάθειες.
στ) Εισαγωγή στην διαδικασία αδειοδοτήσεων αποκλειστικών προθεσμιών, για να «χτυπηθεί» η γραφειοκρατία και να μπούμε στις διαδικασίες ασύδοτης επιχειρηματικής δραστηριότητας, χωρίς κανένα έλεγχο.
ζ) Απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας για χαμηλότερο ενεργειακό κόστος. Το αντίστοιχο παράδειγμα που εφαρμόστηκε, με την ίδια επιχειρηματολογία, στις τηλεπικοινωνίες για να καταλήξει στο καρτέλ που λειτουργεί στην πράξη και κρατά τις τιμές πολύ ψηλά, προφανώς «δεν το γνωρίζουν» στη Ν.Δ. για να προβληματιστούν και για την ενέργεια.
η) Εξόφληση των οφειλών του Δημοσίου και πλήρη αξιοποίηση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ). Φυσικά τα 1,4 δισ. ευρώ οφειλές του Δημοσίου στο τέλος 2018 δεν θα κάνουν τη διαφορά στα κίνητρα για επενδύσεις, ούτε η γενική και αόριστη «αξιοποίηση» του ΠΔΕ.
Πουθενά στον προγραμματικό λόγο της Ν.Δ., όπως και του ΣΥΡΙΖΑ στο παρελθόν αλλά και τώρα, δεν υπάρχουν πιο συγκεκριμένα μέτρα για το θέμα των επενδύσεων. Μάλλον δεν χρειάζεται να υπάρχει η επεξεργασία κάποιου προγράμματος που θα προσανατολίζει σε συγκεκριμένες παραγωγικές επενδύσεις
Οι πραγματικές συνέπειες των μέτρων
Με αυτά τα μέτρα ο Κ. Μητσοτάκης πιστεύει ότι θα δημιουργηθεί κύμα επενδύσεων στη χώρα. Ουσιαστικά, θα αυξήσει από δύο πλευρές τα κέρδη που πηγαίνουν στην τσέπη των επιχειρηματιών, μέσω της μείωσης συντελεστών στα κέρδη και στα διανεμόμενα μερίσματα. Η σωρευτική αύξηση που προσφέρει είναι 26% και μάλιστα χωρίς να γίνει καμία νέα επένδυση εκ μέρους τους. Συνεπώς, γεννάται το ερώτημα αν υπάρχει λόγος, οι όποιοι επιχειρηματίες, να κάνουν την οποιαδήποτε επένδυση και να αναλάβουν ρίσκο, λαμβάνοντας υπόψη και τη γενικότερη κατάσταση της οικονομίας, αφού έχουν εγγυημένη αύξηση των κερδών στην «τσέπη» τους. Η απάντηση δόθηκε στη δεκαετία του 2000, και ήταν ότι δεν έγιναν παραγωγικές επενδύσεις. Τότε, η κυβέρνηση Καραμανλή μείωσε τον φορολογικό συντελεστή στα επιχειρηματικά κέρδη από 35% σε 29%, χωρίς φυσικά να γίνουν στη συνέχεια επενδύσεις. Απλά, αυξήθηκαν τα κέρδη των επιχειρηματιών. Με το τέλος της κυβέρνησης Καραμανλή ήρθε η κρίση και τα μνημόνια. Στο αντίστοιχο συμπέρασμα καταλήγουν και στις ΗΠΑ μετά τη δραστική περικοπή στη φορολογία των επιχειρήσεων από τη διοίκηση Τραμπ. Οι μόνοι ωφελημένοι είναι οι μέτοχοι των επιχειρήσεων που είδαν τα κέρδη τους και τις τιμές των μετοχών που κατέχουν να αυξάνονται. Οι υποσχόμενες επενδύσεις δεν έγιναν, αλλά προς το παρόν το πρόβλημα δεν φαίνεται καθώς η οικονομία των ΗΠΑ έχει ψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, λόγω και της υψηλής καταναλωτικής δαπάνης.
Συνεπώς, από όλα τα παραπάνω μέτρα τα α) και β) αποτελούν ευθεία παροχή – αύξηση εισοδήματος στους επιχειρηματίες και όχι μέτρο τόνωσης των επενδύσεων. Τα υπόλοιπα, αποτελούν «φτιασιδώματα» με αμφίβολα αποτελέσματα που δεν λύνουν το πρόβλημα των επενδύσεων στη χώρα. Πολύ δε περισσότερο που όλοι (κυβέρνηση, αντιπολίτευση αλλά και επιχειρηματίες) μιλούν για την ανάγκη ενός «επενδυτικού τσουνάμι» της τάξης των 100 δισ. ευρώ για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Επενδύσεις σε συνθήκες φτώχειας και εξαθλίωσης;
Πουθενά στον προγραμματικό λόγο της Ν.Δ. δεν υπάρχουν πιο συγκεκριμένα μέτρα για το θέμα των επενδύσεων. Προφανώς δεν χρειάζεται να υπάρχει η επεξεργασία κάποιου προγράμματος που θα προσανατολίζει σε συγκεκριμένες παραγωγικές επενδύσεις. Κατά τη νεοφιλελεύθερη Ν.Δ. και τον Κ. Μητσοτάκη, ειδικότερα, αυτά τα καθορίζει η «αγορά» από μόνη της. Ούτε φυσικά υπάρχει κάποιο σχέδιο αύξησης, αξιοποίησης, δράσης με μοχλό το ΠΔΕ. Όπως προκύπτει από την διατύπωση της ΝΔ αποφεύγεται να γραφτεί η λέξη «αύξηση» του ΠΔΕ, παρά την κριτική που ασκούν για το θέμα αυτό στην παρούσα κυβέρνηση, για τη στασιμότητα επί τριετία στο ποσό προϋπολογισμού και την υποεκτέλεση στην πράξη, προκειμένου να επιτευχθούν τα υπέρ-πλεονάσματα. Έτσι καταφεύγουν στο ότι το «ΠΔΕ θα αξιοποιηθεί». Το πώς, το γνωρίζουμε από το παρελθόν της Ν.Δ. Με τις πελατειακές σχέσεις και την εκτόξευση στο πολλαπλάσιο του κόστους των όποιων επενδύσεων γίνονται με συμμετοχή δημόσιας χρηματοδότησης, ώστε να μην χρειάζεται η καταβολή του μεριδίου του ιδιώτη, για να μην πούμε ότι υπάρχουν και κέρδη από την επιδότηση.
Σύμφωνα με τους εθνικούς λογαριασμούς οι ακαθάριστες πάγιες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου (δεν περιλαμβάνονται τα αποθέματα) στην περίοδο 2009-2017 μειώθηκαν κατά 53,2%. Αν μάλιστα αφαιρεθούν οι αποσβέσεις, καταλήγουμε σε αρνητικές πραγματικές επενδύσεις, όπως προκύπτει από μελέτη της Eurobank. Η κατάσταση, στην πραγματικότητα, είναι ακόμα χειρότερη, αν λάβουμε υπόψη ότι ο βαθμός αξιοποίησης του εργοστασιακού δυναμικού βρίσκεται στο 78% ή και χαμηλότερα.
Για να υπάρχουν επενδύσεις πρέπει να υπάρχει αγορά η οποία θα απορροφήσει τα παραγόμενα προϊόντα. Η κρίση έχει οδηγήσει σε δραματική πτώση την ιδιωτική κατανάλωση, –24,2% στην περίοδο 2009-2017. Τα δε μνημονιακά μέτρα έχουν ως συνέπεια την πτώση της δημόσιας κατανάλωσης κατά 31,1% στην ίδια περίοδο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΟΒΕ (κέντρο μελετών της επιχειρηματικής ελίτ) το 64% των Ελλήνων καταναλωτών «μόλις τα βγάζει πέρα», με τάσεις επιδείνωσης του ποσοστού.
Συνεπώς, με την υπάρχουσα κατάσταση εισοδημάτων στη χώρα, δεν αναμένονται μεγάλες αλλαγές στην κατανάλωση ώστε να τονωθούν οι επενδύσεις. Η λογική της εξωστρέφειας της οικονομίας έχει κάποια όρια τα οποία φαίνεται ότι ήδη τα έχουμε προσεγγίσει και δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια βελτίωσης. Η διαφαινόμενη σταδιακή επιβράδυνση στην παγκόσμια ανάπτυξη, με τη μεγαλύτερη να σημειώνεται στην Ευρωζώνη, είναι ένας περιορισμός που αφορά και τις εξαγωγές αλλά και τον τουρισμό. Παράλληλα, η «ομαλοποίηση» σταδιακά της κατάστασης στην Τουρκία έχει σαν αποτέλεσμα την παράλληλη αύξηση της τουριστικής της κίνησης. Τα πρώτα στοιχεία για το 2019 για την Ελλάδα δείχνουν μικρότερη τουριστική κίνηση και χαμηλότερες τιμές.
Όλα αυτά αποτελούν «ψιλά γράμματα» για τους ειδικούς επί των επενδύσεων της Ν.Δ. Οι όποιες αναφορές στο εισόδημα αφορούν οριακές βελτιώσεις στο φορολογικό σύστημα που δεν λύνουν το πρόβλημα. Θέλουν να «ξεχνούν» στη Ν.Δ. ότι, όπως αναφέρει και η πρόσφατη έκθεση αξιολόγησης της Κομισιόν για την ελληνική οικονομία, η ενδεχόμενη μείωση δημοσίων εσόδων ή η αύξηση δαπανών θα εξισορροπείται από αντίστοιχα μέτρα, ώστε το τελικό αποτέλεσμα να μην επιδρά αρνητικά στην επίτευξη των στόχων που είναι τα υψηλά πλεονάσματα. Η λογική που προβάλλει η Ν.Δ., ότι θα διαπραγματευτεί το ύψος των πλεονασμάτων προκειμένου να βελτιωθούν-μειωθούν, κάθε άλλο παρά πρέπει να καθησυχάζει την ελληνική κοινωνία. Η κυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ (Σαμαρά) ήταν εκείνη που είχε αποδεχθεί πλεονάσματα στο 4% του ΑΕΠ. Στην κυβέρνηση εκείνη, ο Κ. Μητσοτάκης ήταν ένας από τους κορυφαίους υπουργούς. Αυτό που δεν μπόρεσαν να κάνουν τότε, σε πιο δύσκολες συνθήκες για την ελληνική οικονομία, γιατί θα μπορούν να το κάνουν σήμερα, όταν δεν παρουσιάζουν κάποιο αξιόλογο ολοκληρωμένο σχέδιο επ’ αυτού καθώς και για τον τρόπο αντιμετώπισης του δημοσίου χρέους που συνδέεται άμεσα με το θέμα;
Μπορεί να δούμε «επενδύσεις» σε ενδεχόμενη κυβέρνηση Ν.Δ. Μόνο που αυτές θα είναι αντίστοιχες με εκείνες που έχει πετύχει και ο ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για τη γνωστή «καραμέλα», που έχουν μονίμως στο στόμα τους ο πρωθυπουργός και τα κυβερνητικά στελέχη, για τη μεγάλη αύξηση «επενδύσεων από το εξωτερικό» με την εισροή συναλλάγματος. Ονομάζονται «άμεσες ξένες επενδύσεις»! Μόνο που οι «επενδύσεις» αυτές αφορούν αποκλειστικά σχεδόν το «πλιάτσικο» που συμβαίνει με την εκποίηση του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Στον δε ιδιωτικό τομέα η κύρια δραστηριότητα είναι οι εξαγορές ακινήτων με σημαντική εμπορική αξία έναντι χαμηλού τιμήματος. Ένα κλασσικό παράδειγμα του τελευταίου έτους είναι το φαινόμενο του Airbnb, αλλά και οι πλειστηριασμοί πολυτελών κατοικιών. Μόνο που τέτοιες «επενδύσεις» δεν συμβάλλουν στην ανάπτυξη. Απλά οι περιουσίες των πτωχευμένων Ελλήνων αλλάζουν χέρια, και φυσικά δεν δημιουργούνται θέσεις εργασίας.